Οι παλιές αγάπες χτυπάν την πόρτα με τυμπανοκρουσίες. Στον απόηχό τους φεύγω μακριά με ναυτικό φυλλάδιο παραμάσχαλα κι ένα σακ βουαγιάζ που χει στον πάτο ένα κιτρινισμένο γράμμα.
"..Καβάλα στους συνειρμούς τον κόσμο γύρισα... Έχουν πλάκα οι συνειρμοί μας. Οι συνειρμοί μου. Πού μας ταξιδεύουν, πού μας οδηγούν! Ένα ατελείωτο νταξίδι. Με σαπιοκάραβο. Που χει όμως πολύ αεράτα πανιά. Σε συλλογιόμουν στην σιωπή. Κι η σιωπή έγινε εικόνες που καθώς εναλλασσόντουσαν φτάναν στις όχθες ήχων. Των ήχων παράλληλων συμπάντων. Τόσο μακρυά τόσο κοντά. Και καθώς βημάτιζαν προς και μες τους ήχους αυτούς και κολύμπαγαν αμέριμνα στα νερά τους, ένας ουρανός νά από πάνω. Βυθίζονταν και ναι, να ένα σύμπαν, αναδύονταν και τι χαρά, να ένα άλλο. Πετούσαν να κι ένα τρίτο. Μαζεύοντας φωνές, εικόνες από σύμπαντα. Φτιάχνοντας μια φωλιά. Πέρασε καιρός και τώρα δε βλέπω τίποτα πια. Είναι στο μυαλό μου. Είσαι στο μυαλό μου. Και ποτε πότε τώρα δα ας πούμε σκορπιέσαι και είσαι για λίγο πάλι παντού. Παντού. Σ όλα τα παράλληλα σύμπαντα. Σιωπή. Ανάσα. Ταξίδι..."
Σ έναν υποβρύχιο, επίγειο, υπέργειο κόσμο αναμνήσεις. Που ξεθωριάζουν με το φεγγάρι και γίνονται φλούδι. Και τις αγαπώ, αλλά η ζωή φωνάζει κι ένα νιο φεγγάρι θα φανεί, θα διασπαστεί σε χίλιες φτυχισμένες μπουρμπουλήθρες. Κι ας μην έχω κουράγιο για τίποτα. Κι ας είμαι στον πάτο της μεγάλης λίμνης παρέα με τον μεγάλο ψάρη. Η νύχτα χάνεται κι εγώ πάλι τραγουδάωMe 'nnamoro de te se no che vita è
Lo faccio 'n po' pe' rabbia, un po' pe' nun sta solo
come sta solo 'n omo nella nebbia
perché nun po' parla' manco cor cielo...
χάριν της μουσικής και μόνο...