Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

μέρος δ και τέλος!!!

Στις 4 η ώρα περίπου αρχίσαμε να συζητάμε τι θα κάναμε το απόγευμα. Είχαμε μόλις περάσει το Γκόρινγκ και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε κουτσά στραβά μέχρι το Πάνγκμπορν  και να μείνουμε εκεί το βράδυ.

"Άλλη μια υπέροχη βραδιά!" μουρμούρισε ο Τζωρτζ.

Καθίσαμε και συλλογιστήκαμε την προοπτική. Θεωρητικά θα φτάναμε στο Πάνγκμπορν στις πέντε. Θα τελειώναμε το δείπνο μας στις έξι. Μετά από αυτό θα μπορούσαμε να κάνουμε μια βόλτα στο χωριά υπό καταρρακτώδη βροχή μέχρι την ώρα του ύπνου ή θα μπορούσαμε να καθίσουμε σ' ένα κακοφωτισμένο μπαρ και να διαβάσουμε εφημερίδα.

"Λοιπόν, στην Αλάμπρα μου φαίνεται ότι θα είναι πολύ όμορφα απόψε", είπε ο Χάρις, ρισκάροντας να βγάλει το κεφάλι του έξω από την τέντα για μια στιγμή και επιθεωρώντας τον ουρανό.

"Μ' ένα μικρό δείπνο στο..." για τη συνέχεια", πρόσθεσα, σχεδόν ασυναίσθητα.

"Ναι. Κρίμα που αποφασίσαμε να μένουμε σ' αυτή τη  βάρκα", απάντησε ο Χάρις' και μετά για ένα διάστημα έπεσε σιωπή.

"Αν δεν είχαμε αποφασίσει να επέλθει το μοιραίο και για τους τρεις μας σ' αυτό το σάπιο παλιοφέρετρο", παρατήρησε ο Τζωρτζ, ρίχνοντας μια ματιά γεμάτη κακία στη βάρκα, "μπορεί να άξιζε τον κόπο να αναφέρω ότι υπάρχει ένα τραίνο που φεύγει από το Πάνγκμπορν, το ξέρω καλά, μετά τις πέντε, που θα μας πήγαινε στην πόλη εγκαίρως για να προλάβουμε να φάμε καμιά μπριζόλα και μετά
να πάμε σ' εκείνι το μέρος που αναφέρατε προηγουμένως".

Κανείς μας δε μίλησε. Κοιταχτήκαμε σιωπηλοί και ο καθένας μας έμοιαζε να βλέπει τις δικές του κακές και ένοχες σκέψεις να καθρεφτίζονται στα πρόσωπα των άλλων. Σιωπηλοί, πλησιάσαμε την όχθη και δέσαμε στο Γκλάντστοουν. Κοιτάξαμε το ποτάμι πάνω κάτω. Δεν έβλεπες ψυχή!

20 λεπτά αργότερα, τρεις μορφές, ακολουθούμενες από ένα αξιοθρήνητο στην όψη σκύλο, θεάθηκαν να σέρνουν λαθραία τα βήματά τους από το καρνάγιο του Κύκνου προς το σιδηροδρομικό σταθμό, ντυμένες με την ακόλουθη, ούτε καθαρή ούτε επιδεικτική περιβολή:

Μαύρα δερμάτινα παπούτσια, βρώμικα' φανελένια ναυτικά κοστούμια, πολύ βρώμικα' καφέ καστόρινα καπέλα, πολύ τσαλαπατημένα' αδιάβροχα, πολύ βρεγμένα' ομπρέλες.

Ξεγελάσαμε το βαρκάρη στο Πάνγκμπορν. Δεν είχαμε μούτρα να του πούμε ότι το σκάγαμε για να γλιτώσουμε τη βροχή.Αφήσαμε τη βάρκα με όλα της τα περιεχόμενα στη φύλαξή του και του είπαμε να μας περιμένει στις εννέα το επόμενο πρωί. Αν, είπαμε, αν συνέβαινε κάτι απρόοπτο που θα μπόδιζε την επιστροφή μας, θα του γράφαμε.

Φτάσμε στο Πάντιγκτον στις εφτά και πήγαμε κατευθείαν στο εστιατόριο που περιέγραψα προηγουμένως, όπου απολαύσαμε ένα ελαφρύ γεύμα, αφήσαμε εκεί τον Μονμόρενσυ με οδηγίες να μας περιμένει έτοιμο το δείπνο στις δέκα και μισή και μετά συνεχίσαμε το δρόμο μας προς την πλατεία Λέστερ.

Στην Αλάμπρα, ο κόσμος μας κοίταζε καλά καλά. Όταν παρουσιάστηκε στο ταμείο  μας είπαν απότομα να μπούμε από τη διπλανή είσοδο της Κασλ Στρητ και μας πληροφόρησαν ότι είχαμε αργήσει μισή ώρα.

Πείσαμε τον άντρα, με κάποια δυσκολία, ότι δεν ήμασταν οι "διάσημοι φακίρηδες από τα όρη Ιμαλάια", και πήρε τα χρήματά μας και μας άφησε να περάσουμε.

Μέσα, είχαμε ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Οι υπέροχες, ηλιοκαμένες μορφές μας και τα γραφικά μας ρούχα τράβηξαν βλέμματα θαυμασμού που μαε ακολούθησα σε όλη την αίθουσα. Γίναμε το επίκεντρο της γενικής προσοχής.

Και αυτό μας γέμισε υπερηφάνεια.

Φύγαμε λίγο μετά το πρώτο μπαλέτο και ξαναγυρίσαμε στο εστιατόριο, όπου το δείπνο μας περίμενε ήδη.

Οφείλω να ομολογήσω ότι αυτό το δείπνο το απήλαυσα. Για 10 μέρες περίπου, είχα την αίσθηση ότι είχαμε επιβιώσει, λίγο πολύ, με τιποτ' άλλο εκτός από κρύο κρέας, κέικ και ψωμί με μαρμελάδα. Ήταν μια απλή, θρεπτική δίαιτα' αλλά δεν παρουσίαζε το παραμικρό ενδιαφέρον και ήταν φυσικό το άρωμα του κρασιού της Βουργουνδίας, η ευωδία των γαλλικών σως και το θέαμα του καθαρού τραπεζομάντηλου και του ζεστού ψωμιού να χτυπήσουν την πόρτα της ψυχής μας και να είναι πολύ ευπρόσδεκτοι επισκέπτες.

Τρωγοπίναμε σιωπηλοί για λίγη ώρα, μέχρι που ήρθε η στιγμή, αντί να καθόμαστε στητοί κρατώντας σταθερά το μαχαίρι και το πιρούνι, να γείρουμε πίσω στις καρέκλες μας και να συνεχίσουμε πιο αργά και πιο νωχελικά. Απλώσαμε τα πόδια μας μπροστά κάτω από το τραπέζι και βρήκαμε χρόνο να εξετάσουμε με περισσότερη προσοχή και κριτική διάθεση το καπνισμένο ταβάνι απ' όσο είχαμε καταφέρει μέχρι τότε' αφήσαμε τα ποτήρια μας στη μέση του τραπεζιού και αισθανθήκαμε καλοί, στοχαστικοί και ελεήμονες.

Τότε ο Χάρις, που καθόταν κοντά στο παράθυρο, τράβηξε την κουρτίνα και κοίταξε έξω στο δρόμο.

Γυάλιζε σκοτεινός και βρεγμένος' οι αχνές λάμπες τρεμόπαιζαν με κάθε ριπή του ανέμου, η βροχή έπεφτε σταθερά στις λακκούβες και κατέβαινε από τις υδρορρόες προς τα κράσπεδα. Λίγοι μουσκεμένοι διαβάτες περνούσαν βιαστικά, κάτω από τις ομπρέλες τους που στάζανε, και οι γυναίκες ανασήκωναν τις φούστες τους για να μη λερωθούν.

¨Λοιπόν", είπε ο Χάρις, απλώνοντας το χέρι προς το ποτήρι του, ¨κάναμε ένα πολύ ευχάριστο ταξίδι και οφείλω τις ευχαριστίες μου γι' αυτό στο γερο- Τάμεση -αλλά νομίζω ότι κάναμε καλά και το διακόψαμε. Πίνω στην υγεία των Τριών Αντρών που Βγήκαν από τη Βάρκα!".

Και ο Μονμόρενσυ, όρθιος στα πισινά του πόδια μπροστά από το παράθυρο, κοιτώντας έξω στη νύχτα, μας χάρισε ένα σύντομο γαύγισμα με το οποίο επικροτούσε απόλυτα την πρόταση.

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

μέρος γ

...φτιάξαμε λίγο γκρογκ και κάτσαμε και το ρίξαμε στην κουβέντα.
Ο Τζωρτζ μας μίλησε για κάποιον που είχε γνωρίσει κάποτε και ο οποίος είχε ανεβεί το ποτάμι πριν από δύο χρόνια και είχε κοιμηθεί έξω σε μια βρεγμένη βάρκα μια αντίστοιχη νύχτα σαν την αποψινή, και είχε πάθει ρευματικό πυρετό κι είχε πεθάνει με φριχτούς πόνους μετά από 10 μέρες. Ο Τζωρτζ είπε ότι ήταν μάλλον νέος άνθρωπος και επρόκειτο σύντομα να παντρευτεί. Είπε ότι ήταν ένα από τα πιο θλιβερά γεγονότα που είχε ακούσει ποτέ του.

Και αυτό έφερε στο νου του Χάρις ένα δικό του φίλο, που είχε καταταχτεί εθελοντής και είχε κοιμηθεί στο ύπαιθρο, μέσα σε μια σκηνή μια υγρή νύχτα στο Άλντερσοτ, "μια νύχτα ακριβώς σαν κι αυτή", είπε ο Χάρις' κι είχε ξυπνήσει το πρωί ανάπηρος για όλη του τη ζωή. Ο Χάρις είπε ότι θα μας σύστηνε και τους δύο σ' αυτόν τον κύριο μόλις γυρίζαμε στην πόλη' θα μάτωνε η καρδιά μας μόλις θα τον βλέπαμε.

Αυτό, φυσικά, οδήγησε σε περαιτέρω ευχάριστες συζητήσεις για ισχιαλγίες, πυρετούς, κρυολογήματα, πνευμονίες και βρογχίτιδες  και ο Χάρις είπε πόσο άβολο θα ήταν έτσι και  ένας από εμάς αρρώσταινε βαρειά μέσα στη νύχτα, τόσο μακριά που ήμασταν από κάποιο γιατρό.

Φάνηκε να επικρατεί γενική διάθεση για κάτι πιο χαρούμενο μετά από αυτή τη συζήτηση και σε μια στιγμή αδυναμίας πρότεινα να βγάλει ο Τζωρτζ το μπάντζο του και να δει μήπως μπορούσε να μας πει κανένα αστείο τραγουδάκι.

Οφείλω να ομολογήσω ότι ο Τζωρτζ, προς τιμήν του, δεν ήθελε και πολλά παρακάλια. Δεν άρχισε τις ανοησίες ότι είχε αφήσει τη μουσική σπίτι του και άλλα παρόμοια. Έβγαλε αμέσως έξω το όργανό του και άρχισε να παίζει το Δύο Όμορφα Μαύρα Μάτια . Μέχρι εκείνο το βράδυ θεωρούσα τα Δύο Όμορφα Μαύρα Μάτια πολύ κοινότοπο τραγούδι. Ωστόσο αιφνιδιάστηκα από την πλούσια φλέβα μελαγχολίας που κατάφερε να του αποσπάσει ο Τζωρτζ στην απόδοσή του.

Καθώς προχωρούσε ο μελαγχολικός σκοπός, μας ήρθε η έντονη διάθεση, του Χάρις; κι εμένα, να αγκαλιαστούμε και να βάλουμε τα κλάματα' αλλά με μεγάλη προσπάθεια συγκρατήσαμε τα δάκρυά μας κι ακούσαμε την άγρια, νοσταλγική μελωδία σιωπηλοί.

Όταν έφτασε στο ρεφρέν κάναμε και μια απεγνωσμένη προσπάθεια να φανούμε χαρούμενοι. Ξαναγεμίσαμε τα ποτήρια μας κι αρχίσαμε να τραγουδάμε μαζί του' ο Χάρις, με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση, προχωρούσε μπροστά κι ο Τζωρτζ κι εγώ ακολουθούσαμε μερικές λέξεις πίσω:

Δυο όμορφα μαύρα μάτια,
Ω, τι έκπληξη!
Μπορούν να σου πουν πως έκανες λάθος,
Δυο...

Εκεί καταρρεύσαμε.. Το απερίγραπτο πάθος με το οποίο συνόδευσε ο Τζωρτζ εκείνο το "Δυο" φανήκαμε ανίκανοι να το αντέξουμε, στην κατάσταση βαθειάς κατάθλιψης που μας είχε κυριεύσει. Ο Χάρις έκλαιγε σα μικρό παιδί, και ο σκύλος ούρλιαζε μέχρι που φοβήθηκα ότι θα του ράγιζε ή η καρδιά ή το σαγόνι. 

Ο Τζωρτζ ήθελε να συνεχίσει με άλλο ένα στίχο. Σκέφτηκε ότι όταν θα είχε προχωρήσει λίγο ακόμη στη μελωδία και θα μπορούσε να δείξει λίγη περισσότερη ανεμελιά, που λέει ο λόγος, στην απόδοσή του, μπορεί το τραγούδι να μην ακουγόταν τόσο θλιβερό. Η άποψη της πλειοψηφίας, πάντως, ήταν αντίθετη με το πείραμα.

Μη έχοντας τι άλλο να κάνουμε, πήγαμε για ύπνο -δηλαδή, ξεντυθήκαμε και βαλθήκαμε να στριφογυρίζουμε στον πάτο της βάρκας για κανένα τρίωρο, τετράωρο. Μετά από αυτό, καταφέραμε να ξεκλέψουμε λίγο ανήσυχο ύπνο μέχρι τις 5 το πρωί, οπότε σηκωθήκαμε όλοι και πήραμε πρωινό.

Η δεύτερη μέρα ήταν ολόιδια με την πρώτη. Η βροχή συνέχιζε να πέφτει και εμείς καθόμασταν τυλιγμένοι στα αδιάβροχά μας κάτω από την τέντα και κατηφορίζαμε αργά το ποτάμι

Ο ένας από μας - τώρα πια δεν θυμάμαι ποιος ήταν, αλλά νομίζω ότι ήμουν εγώ -  έκανε μερικές αδύναμες προσπάθειες στη διάρκεια της πρωινής διαδρομής να ξαναρχίσει τις παλιές τσιγγάνικες ανοησίες για το πως είμαστε παιδιά της φύσης και απολαμβάνουμε την υγρασία' αλλά δεν πήγε καθόλου καλά. Εκείνο το

Εμένα δε με νοιάζει η βροχή!

ερχόταν σε τόσο οδυνηρή αντίθεση με τα αισθήματα όλων μας, που φάνταζε εντελώς άχρηστο να το τραγουδάμε.

Σ' ένα σημείο συμφωνήσαμε όλοι, κι αυτό ήταν πως ό,τι κι αν γινόταν, θα φέρναμε αυτή τη δουλειά σε πέρας. Είχαμε βγει για δεκαπενθήμερη εκδρομή στο ποτάμι και σκοπέυαμε να ολοκληρώσουμε τη δεκαπενθήμερη εκδρομή μας στο ποτάμι. Ακόμα κι αν ήταν γραφτό να μας οδηγήσει στο θάνατο - αυτό βέβαια θα ήταν πολύ θλιβερή εξέλιξη για τους φίλους και τους συγγενείς μας, αλλά τι να κάναμε; Αισθανόμασταν ότι το να ενδώσουμε στα καπρίτσια του καιρού σε μια χώρα με τις κλιματολογικές συνθήκες της δικής μας θα δημιουργούσε ένα πολύ καταστροφικό προηγούμενο.

"Δυο μέρες μένουν μόνο", είπε ο Χάρις, "και είμαστε νέοι και δυνατοί. Μπορεί και να τη σκαπουλάρουμε τελικά".

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

μέρος β

Ο καιρός άλλαξε την τρίτη μέρα -Α! τώρα μιλάω για τούτο μας το ταξίδι- και αρχίσαμε την διαδρομή της επιστροφής μας από την Οξφόρδη κάτω από σταθερό ψιλόβροχο.

Το ποτάμι - με τον ήλιο ν' αστράφτει στα χαρούμενα κυματάκια, να χρυσίζει τους γκριζοπράσινους κορμούς των δέντρων, να κυνηγάει τις σκιές πάνω από τα ρηχά και να σκορπίζει διαμάντια πάνω από τις ρόδες του μύλου, όταν πετάει φιλιά στους κρίνους, φλερτάρει με τα άσπρα νερά του φράγματος, ασημίζει τους τοίχους και τις γέφυρες τις σκεπασμένες με βρύα, λαμπρύνει κάθε μικροσκοπικό χωριουδάκι, γλυκαίνει κάθε δρόμο και κάθε λιβάδι, ξαπλώνει μπερδεμένο στα βούρλα, κρυφοκοιτάζει, γελάει από κάθε παρακλάδι του, αστράφτει χαρούμενα πάνω σ' ένα μακρινό πανί και απαλύνει τον αέρα με τη δόξα του - είναι ένα χρυσό, νεραϊδένιο ποτάμι.

Αλλά το ποτάμι - κρύο και κουραστικό, με τις ακατάπαυστες σταγόνες να πέφτουν στα καστανά και νωθρά νερά του, με το μουρμουρητό σαν κλάμα γυναίκας που θρηνεί σε κάποια σκοτεινή κάμαρα, ενώ τα δάση, σκοτεινά και σιωπηλά, τυλιγμένα στο σάβανο της πάχνης τους στέκονται σα φαντάσματα κακών πράξεων, σαν φαντάσματα παραμελημένων φίλων - είναι ένα στοιχειωμένο ποτάμι που διασχίζει τη χώρα των μάταιων θλίψεων.

Η λιακάδα είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για τη φύση. Η Μητέρα Γη μας κοιτάζει με τόσο κουρασμένα, άψυχα μάτια όταν το φως του ήλιου έχει σβήσει μέσα της! Μας φέρνει μελαγχολία η επαφή μαζί της αυτές ώρες' μοιάζει να μη μας γνωρίζει ή να μην ενδιαφέρεται για μας. Θυμίζει χήρα που έχασε τον΄άντρα που αγαπούσε και τα παιδιά της πιάνουν το χέρι και την κοιτάν στα μάτια χωρίς να καταφέρουν να της κλέψουν ούτε ένα χαμόγελο.

Κωπηλατούσαμε όλη μέρα μέσα στη βροχή και σας πληροφορώ ότι πρόκειται για πολύ μελαγχολική κατάσταση. Στην αρχή καμωνόμασταν ότι μας άρεσε. Λέγαμε ότι είναι κι αυτό μια ποικιλία και ότι θέλαμε να δούμε το ποτάμι σε όλες τις διαφορετικές του όψεις. Λέγαμε ότι δεν μπορεί να περιμένει κανείς να έχει συνεχώς λιακάδα, ούτε και να το εύχεται.Είπαμε ο ένας στον άλλο ότι η φύση είναι όμορφη, ακόμη και όταν κλαίει.

Πράγματι ο Χάρις κι εγώ, τις πρώτες ώρες, είχαμε σχεδόν ενθουσιαστεί με την όλη υπόθεση. Και τραγουδούσαμε ένα τραγούδι για τη ζωή των Τσιγγάνων και πόσο υπέροχη είναι η ζωή του Τσιγγάνου -ελεύθερος στην καταιγίδα και τη λιακάδα και σε κάθε άνεμο που φυσά! - και πόσο απολαμβάνει τη βροχή και πόσο καλό του κάνει' και πως κοροϊδεύει τους ανθρώπους που δεν την αγαπούν.

Ο Τζωρτζ αντιμετώπισε το θέμα πιο στωικά, και πήρε την ομπρέλα.

Ανοίξαμε την τέντα πριν φάμε για μεσημέρι και την κρατήσαμε ανοιχτή όλο το απόγευμα, αφήνοντας μόνο λίγο χώρο στην πλώρη από τον οποίο ο ένας μας μπορούσε να κάνει λίγο κουπί και να κοιτάζει τον ορίζοντα. Με αυτόν τον τρόπο κάναμε 9 μίλια και σταματήσαμε για τη νύχτα λίγο πιο κάτω από τον υδατοφράχτη του Ντέι.

Δε θα είμαι ειλικρινής αν πω ότι περάσαμε ένα χαρούμενο απόγευμα. Η βροχή έπεφτε με ήρεμη υπομονή.Τα πάντα στη βάρκα ήταν υγρά και κολλούσαν. Το δείπνο δεν είχε επιτυχία. Η κρύα κρεατόσουπα, όταν δεν πεινάς, έχει την τάση να σε φουσκώνει. Ήθελα ψαράκια τηγανητά και μια κοτολέτα' ο Χάρις φλυαρούσε για γλώσσες με άσπρη σάλτσα και έδωσες την υπόλοιπη πίτα στον Μονμόρενσυ ο οποίος την περιφρόνησε και, θιγμένος προφανώς από την προσφορά πήγε κι έκατσε στην άλλη άκρη της βάρκας μόνος του.

Ο Τζωρτζ ζήτησε να μη μιλάμε γι' αυτά τα θέματα, τουλάχιστον μέχρι να τελειώσει το κρύο βοδινό που έτρωγε χωρίς μουστάρδα.

Μετά το δείπνο παίξαμε ένα ψιλό πόκερ. Παίξαμε περίπου μιάμιση ώρα και στο τέλος ο Τζωρτζ είχε κερδίσει 4 πένες - ο Τζωρτζ είναι πάντα τυχερός στα χαρτιά- και ο Χάρις κι εγώ είχαμε χάσει ακριβώς 2 πένες ο καθένας.

Τότε είπαμε να εγκαταλείψουμε τη χαρτοπαιξία. Όπως είπε ο Χάρις, αν την παρατραβήξεις σου δημιουργεί ανθυγιεινή διέγερση. Ο Τζωρτζ προσφέρθηκε να συνεχίσουμε για να πάρουμε τη ρεβάνς' αλλά ο Χάρις κι εγώ αποφασίσαμε να μη τα βάλουμε άλλο με την Τύχη.

Μετά από αυτό φτιάξαμε λίγο γκρονγκ και κάτσαμε και το ρίξαμε στην κουβέντα.


Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

3 σε μια βάρκα, κεφάλαιο τελευταίο, μέρος α.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19

Οξφόρδη - Η άποψη του Μονμόρενσυ για τον Παράδεισο - Οι χάρες και τα πλεονεκτήματα της νοικιασμένης βάρκας - Το Καμάρι του Τάμεση - Ο καιρός αλλάζει - Δυο διαφορετικές όψεις του ποταμού - Ένα καθόλου χαρούμενο απόγευμα -  Λαχτάρα για το ανέφικτο - Μια χαρούμενη συζήτηση -  Ο Τζωρτζ μεγαλουργεί με το μπάντζο - Μια μελαγχολική μελωδία - Άλλη μία υγρή μέρα - Αναχώρηση - Ένα δείπνο και μια πρόποση.

Περάσαμε δυο πολύ ευχάριστες μέρες στην Οξφόρδη. Υπάρχουν πολλά σκυλιά στην πόλη της Οξφόρδης. Ο Μονμόρενσυ έστησε 11 καυγάδες την πρώτη μέρα και 14 τη δεύτερη και προφανώς νόμισε ότι είχε βρεθεί στον Παράδεισο.

Είναι πολύ συνηθισμένο, τα άτομα που είναι από τη φύση τους πολύ ασθενικά ή τόσο τεμπέλικα ώστε να μην μπορούν να απολαύσουν την κωπηλασία κόντρα στο ρεύμα να νοικιάζουν μια βάρκα στην Οξφόρδη και να κατεβαίνουν το ποτάμι. Για τους πιο δραστήριους, πάντως, το ανέβασμα του ποταμού είναι σίγουρα προτιμότερο. Δεν είναι ωραίο να πηγαίνει κανείς συνεχώς με το ρεύμα. Ανλείς περισσότερη ικανοποίηση ορθώνοντας τη ράχη του και παλεύοντας εναντίον του και καταφέρνοντας να προωθηθείς ερήμην του -τουλάχιστον έτσι νοιώθω όποτε κωπηλατούν ο Χάρις και ο Τζωρτζ κι εγώ είμαι στο τιμόνι.

Για εκείνου που σκέφτονται πάντως να ξεκινήσουν από την Οξφόρδη, θα τους συνιστούσα να πάρουν τη δική τους βάρκα - εκτός, βέβαια,  κι αν μπορείτε να πάρετε τη βάρκα κάποιου άλλου χωρίς να κινδυνεύετε να σας ανακαλύψουν. Οι βάρκες που προσφέρονται προς ενοικίαση στον Τάμεση πάνω από το Μάρλοου είναι πολύ καλές βάρκες. Δεν μπάζουν νερά και αν τις χειριστείς με προσοχή, σπάνια κομματιάζονται ή βυθίζονται. Έχουν θέσεις για να κάθεσαι και έχουν και όλα τα απαραίτητα - ή σχεδόν όλα- για να μπορείς να τραβάς κουπί και να τις κατευθύνεις.

Αλλά δεν είναι διακοσμητικές. Η βάρκα που νοικιάζεις στο ποτάμι πάνω από το Μάρλοου δεν είναι το είδος εκείνο της βάρκας που μπορείς να περιφέρεσαι μέσα της με ύφος περήφανο. Η νοικιασμένη βάρκα πολύ σύντομα θέτει τέρμα σε παρόμοιες ανοησίες των ενοίκων της. Αυτή είναι η κυριότερη - θα έλεγε κανείς η μόνη - οδηγία χρήσης. Ο άντρας στη νοικιασμένη βάρκα είναι ταπεινόφρων και διακριτικός. Του αρέσει να κάθεται στη σκιερή πλευρά των δέντρων και να κάνει τις περισσότερες διαδρομές  του νωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ, όταν δεν υπάρχουν πολλοί στο ποτάμι που θα τον δουν.

Όταν ο άντρας στη νοικιασμένη βάρκα βλέπει κάποιο γνωστό του, βγαίνει έξω στην όχθη και κρύβεται πίσω από ένα δέντρο.

Ήμουν σε μια παρέα που νοίκιασε μια βάρκα στον ποταμό κάποιο καλοκαίρι, για ταξίδι λίγων ημερών. Κανείς μας δεν είχε ξαναδεί προηγουμένως νοικιασμένη βάρκα' και ότνα την είδαμε δεν καταλάβαμε τι ήταν.

Είχαμε γράψει να μας κρατήσουν μια βάρκα - ένα διπλό σκiφ' και όταν εμφανιστήκαμε με τα μπαγκάζια μας και δώσαμε τα ονόματά μας, ο τύπος είπε:

"Α, ναι, είστε η παρέα που έγραψε για ένα διπλό σκιφ. Ωραία. Τζιμ, φέρε Το Καμάρι του Τάμεση.

Το αγόρι έφυγε και ξαναφάνηκε σε 5 λεπτά, παλεύοντας μ' ένα προκατακλυσμιαίο κομμάτι ξύλο, που έμοιαζε σαν να το είχαν ανασκάψει πρόσφατα από κάπου και μάλιστα πολύ απρόσεκτα, τόσο απρόσεκτα που είχε καταστραφεί χωρίς λόγο στη διάρκεια της διαδικασίας.

Η δική μου αίσθηση, μόλις πρωτοαντίκρυσα εκείνο το αντικείμενο, ήταν πως επρόκειτο για κάποιο ρωμαϊκό ερείπιο κάποιου είδους -ερείπιο τίνος δεν ήμουν βέβαιος, ίσως κάποιου φέρετρου.

Η περιοχή ψηλά στον Τάμεση είναι πλούσια σε ρωμαϊκά ερείπια και το συμπέρασμά μου μου φάνηκε πολύ λογικό. Αλλά ένας σοβαρός νεαρός της συντροφιάς, που ήταν και λίγο γεωλόγος, απέρριψε τη ρωμαϊκή μου θεωρία και είπε ότι, όπως μπορούσε να καταλάβει και το πιο συνηθισμένο μυαλό (κατηγορία στην οποία φαινόταν να λυπάται που δεν μπορούσε με καθαρή συνείδηση να κατατάξει το δικό μου), το πράγμα που είχε βρει το αγόρι ήταν το απολίθωμα κάποιας φάλαινας. Και μας υπέδειξε διάφορες αποδείξεις που οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να είχε ζήσει την περίοδο πριν από τους παγετώνες.

Για να λύσουμε τη διαφωνία, φωνάξαμε το αγόρι. Του είπαμε να μη φοβηθεί, αλλά να μας πει την απλή αλήθεια: επρόκειτο για προϊστορικό απολίθωμα φάλαινας ή για πρώιμο ρωμαϊκό φέρετρο;

Το παιδί μας είπε πως ήταν Το Καμάρι του Τάμεση.

Στην αρχή θεωρήσαμε αυτή την απάντηση ως έξοχο ευφυολόγημα εκ μέρους του αγοριού και κάποιος του έδωσε δυο πένες για την ετοιμότητά του. Αλλά όταν το παρατράβηξε κατά τη γνώμη μας, επιμένοντας να συνεχίζει το καλαμπούρι, νευριάσαμε μαζί του.

"Έλα τώρα, αγόρι μου!" είπε ο καπετάνιος μας αυστηρά. "Άσε τις ανοησίες πια. Ξαναπήγαινε σπίτι τη μπανιέρα της μαμάς σου και φέρε μας μια βάρκα".

Τότε εκνευρίστηκε ο κατασκευαστής της βάρκας αυτοπροσώπως και μας διαβεβαίωσε στο λόγο της τιμής του ότι αυτό το πράγμα ήταν στ' αλήθεια βάρκα -για την ακρίβεια αυτή ήταν η βάρκα,  το "διπλό σκιφ" που είχε επιλεγεί για να μας κατεβάσει στο ποτάμι.

Διαμαρτυρηθήκαμε ΄έντονα. Είπαμε ότι θα μπορούσε τουλάχιστον να την είχε βάψει και πισσάρει -να είχε κάνει κάτι, τέλος πάντων, για να ξεχωρίζει από ένα κομμάτι από ναυάγιο' αλλά εκείνος δεν της έβρισκε κανένα ψεγάδι.

Μέχρι που φάνηκε και να προσβάλλεται από τις παρατηρήσεις μας. Είπε ότι μας είχε διαλέξει την ομορφότερη βάρκα από όλη του τη συλλογή και πίστευε ότι θα δείχναμε μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη.

Είπε ότι Το Καμάρι του Τάμεση χρησιμοποιούνταν έτσι όπως ήταν ακριβώς ( ή μάλλον έτσι όπως προσπαθούσε απεγνωσμένα να μη διαλυθεί) τα τελευταία 40 χρόνια, απ' όσο ήξερε, και κανείς δεν είχε διαμαρτυρηθεί προηγουμένως' και δεν έβλεπε το λόγο γιατί να είμαστε εμείς οι πρώτοι που διαμαρτυρόμασταν.

Δεν επιχειρηματολογήσαμε άλλο.

Στερεώσαμε την κατ' ευφημισμό αποκαλούμενη  βάρκα με μερικά κομμάτια σκοινί, πήραμε κάτι κομμάτια ταπετσαρίας και τα κολλήσαμε στα πιο φθαρμένα σημεία, είπαμε την προσευχή μας και επιβιβαστήκαμε.

Μας χρέωσαν 35 σελίνια για το νοίκι του ερειπίου για 6 ημέρες, ενώ θα μπορούσαμε να το είχαμε αγοράσει ολόκληρο για 4 σελίνια και 6 πένες σε οποιοδήποτε παζάρι παλιόξυλων στην όχθη.


πρωινές ανησυχίες


Μια μέρα ένα γιος λέει στη μητέρα του

"Δε θέλω να πάω στο σχολείο σήμερα"

"Γιατί παιδί μου;" ρωτάει η μητέρα του.

"Για 2 λόγους. Πρώτον με μισούν οι μαθητές, δεύτερον τους μισώ κι εγώ"

Η μητέρα απαντάει ¨παιδί μου πρέπει να πας στο σχολείο. πρώτον γιατι είσαι 45 χρονών και δεύτερον γιατί είσαι ο διευθυντής".


από το βιβλίο "Η θεραπεία του Σοπενάουερ"

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Το Γουολινγκφορντ, 6 μίλια πάνω από το Στρίτλει, είναι μια πολύ παλιά πόλη που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ιστορίας της Αγγλίας Ήταν μια άξεστη πόλη χτισμένη από λάσπη την εποχή των Βρετανών που λημέριαζαν εκεί μέχρι που τους εξεδίωξαν οι ρωμαϊκές λεγεώνες' οι Ρωμαίοι αντικατέστησαν τους τοίχους από ψημένο πηλό με δυνατές οχυρώσεις, τα ίχνη των οποίων ο χρόνος δεν έχει κατορθώσει ακόμη να σβήσει' τόσο καλά ήξεραν να χτίζουν οι χτίστες εκείνης της εποχής.

Αλλά ο χρόνος, αν και σταμάτησε στα Ρωμαικά τείχη, πολύ σύντομα έκανε σκόνη τους Ρωμαίους' και σε αυτά τα εδάφη, σε μεταγενέστερες εποχές, πολέμησαν οι άγριοι Σάξονες με τους πελώριους Δανούς μέχρι που ήρθαν οι Νορμανδοί.

Ήταν μαι πόλη πολύ γερά οχυρωμένη μέχρι την εποχή του Κοινοβουλευτικού Πολέμου, όταν υπέστη μακρά και σκληρή πολιορκία από τον Φέαρφαξ. Έπεσε τελευταία και τα τείχη της ισοπεδώθηκαν.

Από το Γουόλινγκφορντ μέχρι το Ντορτσεστερ το τοπίο γύρω από το ποτάμι γίνεται πιο ορεινό, ενδιαφέρον και γραφικό.Το Ντορυσεστερ βρίσκεται 800 μέτρα μακριά από το ποτάμι. Μπορείς να το προσεγγίσεις ανεβαίνοντας τον Τάμεση αν έχεις μικρή βάρκα' αλλά το καλύτερο είναι να αφήσεις τη βάρκα στον υδατοφράχτη του Ντέι και να περπατήσεις μέσα από τα λιβάδια. Το Ντορτσεστερ είναι μια υπέροχη, ειρηνική παλιά πόλη που φωλιάζει στην ησυχία και την ηρεμία και τη νύστα.

Το Ντορτσεστερ, όπως και το Γοθόλινγκφορντ, ήταν μεγάλη πόλη τις αρχαίες βρετανικές εποχές' τότε την αποκαλούσαν Σέαρ Ντόρεν, "η πόλη πάνω στο νερό". Τα μετέπειτα χρόνια, οι Ρωμαίοι διατηρούσαν εκεί μεγάλο στρατόπεδο, που οι οχυρώσεις γύρω του σήμερα φαντάζουν σα χαμηλοί επίπεδοι λόφοι. Την εποχή των Σαξόνων ήταν ήταν η πρωτεύουσα του Γουέσεξ. Είναι πολύ παλιά πόλη και κάποτε ήταν πολύ ισχυρή κι ένδοξη. Τώρα κάθεται παράμερα από τον πολύβουο κόσμο και αναπολεί.

Γύρω από τον Κλίφτον Χάμπντεν, που από μόνο του είναι ένα πολύ όμορφο χωριό, παραδοσιακό, ειρηνικό και πλημμυρισμένο στα λουλούδια, το τοπίο του ποταμού είναι πλούσιο και όμορφο. Αν μείνετε νύχτα στη στεριά στο Κλίφτον, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να καταλύσετε στο Μπάρλει Μόου. Είναι αναμφίβολα θα έλεγα το πιο γραφικό, το πιο παραδοσιακό πανδοχείο σ' όλο το ποτάμι. Βρίσκεται δεξιά από τη γέφυρα, αρκετά μακριά από το χωριό. Τα χαμηλά του αετώματα, η αχυρένια στέγη και τα δικτυωτά στα παράθυρα το κάνουν να μοιάζει σαν να βγήκε από τις σελίδες κάποιου παραμυθιού, ενώ μέσα είναι ακόμα πιο παραμυθένιο.

Δε θα ήταν κατάλληλο μέρος διαμονής για ηρωίδα σύγχρονου μυθιστορήματος. Η ηρωίδα στα σύγχρονα μυθιστορήματα είναι πάντα "θεϊκά ψηλή" και συνηθίζει να "ορθώνει το κορμί της". Στο Μπράντλει Μόου θα χτυπούσε το κεφάλι της στο ταβάνι, κάθε φορά που θα το επιχειρούσε.

Το μέρος δεν ήταν κατάλληλη διαμονή ούτε για μεθυσμένο  Του επιφυλάσσει πολλές εκπλήξεις, όπως απροσδόκητα σκαλιά για να μπει στο δωμάτιό του' και όσο για να ανεβεί τις σκάλες μέχρι το δωμάτιό του ή έστω και για να βρει το κρεβάτι του άπαξ κι έχει ανεβεί τις σκάλες, και οι δύο αυτέ επιχειρήσεις θα ήταν απολύτως ανέφικτες για εκείνον.

Σηκωθήκαμε νωρίς το άλλο πρωί, γιατί θέλαμε να είμαστε στην Οξφόρδη το απόγευμα. Είναι εκπληκτικό ΄πόσο νωρίς μπορεί να σηκωθεί κανείς όταν κοιμάται στο ύπαιθρο. Δεν έχεις την ίδια λαχτάρα για "πέντε λεπτά ακόμα", αν είσαι ξαπλωμένος, τυλιγμένος με κουβέρτες πάνω σε σανίδες κάποιας βάρκας, με μια ταξιδιωτική τσάντα για μαξιλάρι, όσο όταν κοιμάσαι σε πουπουλένιο στρώμα. Είχαμε τελειώσει το πρόγευμα και βρισκόμασταν κιόλας στον υδατοφράχτη του Κλίφτον στις 8:30.

Από το Κλίφτον ως το Κάλαμ οι όχθες του ποταμού είναι επίπεδες, μονότονες και αδιάφορες αλλά, αφού περάσεις από τον υδατοφράχτη του Κάλαμ -τον πιο κρύο και βαθύ υδατοφράχτη στο ποτάμι- το τοπίο βελτιώνεται.

Στο Άμπινγκτον το ποτάμι περνάει δίπλα στους δρόμους. Το Άμπινγκτον είναι μια τυπική επαρχιακή πόλη από τις πιο μικρές - ήσυχη, επιφανειακά αξιοπρεπής, καθαρή και αφόρητα πληκτική. Περηφανεύεται ότι είναι παλιά, αλλά είναι πολύ αμφίβολο αν μπορεί να συγκριθεί από αυτή την άποψη με το Γουόλινγκφορντ ή το Ντορτσεστερ. Ένα περίφημο αβαείο βρισκόταν εδώ κάποτε και μέσα σε ό.τι έχει απομείνει από τους ιερούς τους τοίχους σήμερα φτιάχνουν πικρή μπύρα.

Στην εκκλησία του αγίου Νικόλαου, στο Άμπιγκντον, υπάρχει ένα μνημείο για τον Τζων Μπλάκγουολ και τη γυναίκα του Τζέην, που πέθαναν κι οι δύο την ίδια μέρα, στις 21.8.1625, μετά  από μακρόχρονο κι ευτυχισμένο γάμο' και στην εκκλησία της αγίας Ελένης έχει καταγραφεί σχετικά με το Β.Λη, που πέθανε στα 1637, ότι "από τα λαγόνια βγήκαν διακόσιοι παρά τρεις άντρες". Αν επεξεργαστείς αυτήν την πληροφορία,  θα φτάσεις στο συμπέρασμα ότι η οικογένεια του κυρίου Λη θα πρέπει να αριθμούσε 197 άτομα. Ο κύριος Β.Λη -πεντάκις δήμαρχος του Άμπιγντον ήταν αναμφίβολα ευεργέτης για τη γενιά του, αν κι ελπίζω να μην υπάρχουν και πολλοί μιμητές του στον 19ο αιώνα του υπερπληθυσμού.

Η διαδρομή από το Άμπιγκτον μέχρι το Νάναχαμ Κόρτνει είναι πολύ όμορφη. Το πάρκο του Νάνχαμ αξίζει να το επισκεφτεί κανείς. Είναι ανοιχτό τις Τρίτες και τις Πέμπτες. Το περίπτερο φιλοξενεί μια όμορφη συλλογή από πίνακες και αντικείμενα τέχνης και οι κήποι του είναι πολύ όμορφοι.

Η λίμνη κάτω από το φράγμα του Σάντφορντ, ακριβώς εκεί που πέφτουν τα νερά από τον υδατοφράχτη, είναι ένα πολύ ωραίο μέρος για να πνιγεί κανείς. Το ρεύμα είναι πολύ δυνατό και άπαξ και βρεθείς μέσα του, η υπόθεση έχει τελειώσει. Ένας οβελίσκος σημαδεύει ήδη το σημείο όπου έχουν πνιγεί ήδη δύο άνθρωποι ενώ κολυμπούσαν και τα σκαλιά του οβελίσκου χρησιμοποιούνται γενικά ως σανίδες καταδύσεων για τους σημερινούς νέους που θέλουν να δουν από μόνοι τους αν το μέρος είναι αληθινά επικίνδυνο.

Ο υδατοφράχτης και ο μύλος του Ίφλει, ένα μίλι πριν φτάσεις στην Οξφόρδη, είναι πολύ δημοφιλές θέμα μεταξύ των ποταμόφιλων καλλιτεχνών του πινέλου. Το πραγματικό τοπίο, ωστόσο, είναι μάλλον απογοητευτικό αν έχεις δει τη ζωγραφική του απόδοση. Λίγα πράγματα, απ' όσο ξέρω, αποδεικνύονται αντάξια της εικόνας τους σ' αυτόν τον κόσμο.

Περάσαμε μέσα από τον υδατοφράχτη του Ίφλει στις 12:30 περίπου και μετά, αφού ταχτοποιήσαμε τη βάρκα και ήμασταν καθ' όλα έτοιμοι για να δέσουμε, αρχίσαμε να κωπηλατούμε το τελευταίο μίλι της διαδρομής μας.

Ανάμεσα στο Ίφλει και την Οξφόρδη μεσολαβεί το πιο δύσκολο κομμάτι του ποταμιού που ξέρω. Πρέπει να έχεις γεννηθεί σε αυτό ακριβώς το κομμάτι νερού για να το καταλάβεις. Εγώ έχω περάσει από εκεί αρκετές φορές, αλλά ποτέ δεν κατάφερα να το συνηθίσω. Ο άντρας που μπορεί να κωπηλατήσει σε ευθεία γραμμή από την Οξφόρδη ως το Ίφλει θα πρέπει να έχει ζήσει άνετα κάτω από την ίδια στέγη με΄τη γυναίκα του, την πεθερά του, τη μεγαλύτερη αδελφή του και το γέρο υπηρέτη που είχε η οικογένεια από τότε που ήταν μικρός.

Πρώτα το ρεύμα σε σπρώχνει στη δεξιά όχθη και μετά σε πετάει στην αριστερή, ύστερα σε φ΄ρενει στη μέση, σε γυρίζει τρεις φορές επιτόπου και σε ξαναστέλνει απέναντι, ενώ πάντοτε η τελευταία του προσπάθεια είναι να σε ρίξει πάνω σε κάποια μαούνα του κολεγίου.

Φυσικά αυτή η πορεία είχε ως συνέπεια να κόψουμε το δρόμο πολλών άλλων σκαφών, σ' όλο αυτό το μίλι, και πολλά άλλα σκάφη μπήκαν στο δικό μας δρόμο, και βέβαια όλη αυτή η διαδικασία είχε ως συνέπεια να ακουστούν πολλές βαρειές κουβέντες.

Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά όλοι είναι ιδιαίτερα ευερέθιστοι στο ποτάμι. Μικρές κακοτυχίες, που δεν θα τους έδινες καμιά σημασία στη στεριά, σε κάνουν έξαλλο από θυμό όταν σου συμβούν στο νερό. Όταν ο Χάρις ή ο Τζωρτζ φέρονται γαϊδουρινά στη στεριά, χαμογελώ με επιείκεια' αν μουλαρώσουν στο ποτάμι, χρησιμοποιώ ενάντιά τους την πιο ανατριχιαστική γλώσσα. Έτσι και μπει κάποια άλλη βάρκα στο δρόμο μου, μου 'ρχεται ν' αρπάξω ένα κουπί και να σκοτώσω όλους της τους επιβάτες.

Οι πιο πράοι άνθρωποι έτσι και βρεθούν μέσα σε βάρκα γίνονται βίαιοι και αιμοδιψείς. Κάποτε έιχα πάει για μια μικρή βαρκάδα με μια νεαρή κυρία. Φυσικά είχε τον καλύτερο κι ευγενέστερο χαρακτήρα που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς, αλλά πάνω στο ποτάμι ήταν τρομαχτικό να την ακούει κανείς.

"Ά, τον καταραμένο!" αναφωνούσε έτσι κι έμπαινε στο δρόμο της κάποιος άτυχος κωπηλάτης. "Στραβωμάρα έχει;" Και "Στο διάολο, αναθεματισμένο!" όταν το πανί δεν έλεγε ν' ανεβεί σωστά. Και το έπιανε και το τίναζε με αφάνταστη βία.

Και όμως, όπως είπα, όταν είναι στη στεριά είναι εξαιρετικά καλόκαρδη και φιλική.

Η ατμόσφαιρα του ποταμού επηρεάζει τα νεύρα των ανθρώπων και αυτό είναι, υποθέτω, που κάνει ακόμα και τους μαουνιέρηδες να είναι μερικές φορές αγενείς μεταξύ τους και να χρησιμοποιούν γλώσσα για την οποία αναμφίβολα μετανοούν τις πιο ήρεμες στιγμές τους.




Η Ημέρα των Ευχαριστιών.

Γιορτάζεται την τελευταία Πέμπτη του Νοεμβρίου και είναι η μεγαλύτερη οικογενειακή γιορτή στις ΗΠΑ. Η γιορτή των Ευχαριστιών δεν ανήκει σε κάποια θρησκεία, ανήκει σ’ όλους. Έχει τις ρίζες της στην δημιουργία του αμερικανικού έθνους και είναι μία γιορτή μεταναστών. Όταν οι πρώτοι έποικοι έφτασαν στο Νέο Κόσμο οι Ινδιάνοι ήταν εκείνοι που τους έμαθαν να κυνηγούν, να καλλιεργούν τη γη και το 1621 κατάφεραν επιτέλους να έχουν μια καλή σοδειά. Γιόρτασαν λοιπόν με ένα λουκούλλειο, για την εποχή, γεύμα. Γαλόπουλα, πουρές γλυκοπατάτας, ψωμί από καλαμπόκι και σως από κράνμπερι και για γλυκό πίτα από κολοκύθα συνθέτουν το γιορτινό τραπέζι.

Απώτερος σκοπός είναι να βρεθούν οι οικογένειες μαζί, να αναγνωρίσουν τα καλά στοιχεία στη ζωή τους και να τα γιορτάζουν.



και από μια διαφορετική ματιά!!
-αφιερωμένο στη NamNaria, θα καταλάβει γιατί...-


Holiday For Drumsticks (1949)

Ευχαριστίες στη Lyriel που ζει εκεί και μου το θύμισε μ' ένα εορταστικό μέιλ!
Καλά να περάσεις Lyriel!! Φιλιά από Ελλάδα!!

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

αφουγκράζομαι.
Λύκε , λύκε είσαι εδώ;

απόβροχο.
το τζάκι σιωπηλό. σκοτεινό.λείπει η χαρούμενη φωτιά.
κρύο και υγρασία. τυλίγομαι μια απαλή πολυεστερική κόκκινη καρώ κουβέρτα.
λέω να δω μια ταινία εποχής ποτοαπαγόρευσης αλλά πάλι δε θέλω.
Δε θέλω τίποτα να απασχολήσει τα μάτια και το μυαλό μου.
Αφήνομαι να κοιτάζω ξαπλωμένη έξω από το παράθυρο τη νύχτα, λίγη μουσική.

Βαρειά η ύπαρξη σαν πέτρα που πέφτει στο πάτο μιας λίμνης.
Και το τοπίο αλλάζει.
Σ' ένα βαγόνι βρίσκομαι που τρέχει μέσα στο χρόνο, άρωμα δυνατού καφέ και γλυκών ντόνατς με ζάχαρη και σταφίδες.
Ολόγυρα άστρα κατρακυλάνε με ταχύτητες ξέφρενες.

Και μουσική.
Ατάραχη, ίδια κι απαράλλαχτη όπως πάντα.
Συνεχίζει μέσα σε κόσμους που γκρεμίζονται.


Το ρολόι με περιγελά.
Μου λέει. Πάει η Κυριακή κι εσύ ονειρεύεσαι.
Μα είναι ακόμη νύχτα...



Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Irish Mist

 ...από πάνω παπλώματα πυκνά συννεφένια
κι εδώ, παιχνιδιάρικα πέπλα πάχνης.
Δεν είναι βροχή αυτό





Είναι κάτι άλλο, πιο μυστηριακό...
Αυτό το απόγευμα σηκώνει ξάπλα και χουζούρι.

Όποιος μπορεί -και θέλει- ας το απολαύσει.
εγώ αποφάσισα να αλητέψω.



δεισιδαιμονίες.

Νοέμβρης, Νοέμβρης, Νοέμβρης.
Σαν τις στάλες της βροχής.
Χίλιοι Νοέμβρηδες πέφτουν πάνω στο κεφάλι μας και μας ποτίζουν Νοεμβριάτικη διάθεση.
Νοέμβρης υγρός θαμπός μα και διάφανος.
Εναλλάξ.
Στριφογυρνάει σαν τον κολασμένο στον προθάλαμο του χειμώνα και μια λέει να φύγει κατά το καλοκαίρι  με τις ενίοτε παράταιρες ζέστες του, μια αδημονεί να βάλει το χοντρό παλτό του και να σεργιανίσει με την ησυχία του στην πόλη το βράδυ.
Νοέμβρης γλυκός και φρέσκο κρασί.
Στο φαγί μπαχάρι.
Αργά, επιπόλαιες εξορμήσεις με άρωμα Κούβας.
Καπνός και οινόπνευμα.


Πέρασε από Τρίτη και 13.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα.Ακόμη, όμως, δεν είναι αργά να συμφιλιωθούμε με τους φόβους μας και να τους δώσουμε μια ζεστή γωνίτσα ν απαγκιάσουν. Κι άμα ζεσταθούν και ξεθαρρέψουν ίσως και να μας μάθουν κάτι. Ίσως βέβαια και τίποτε. Ίσως να μη μας δώσουν τίποτε άλλο παρά την παρουσία τους, που ιδωμένη από άλλη οπτική μπορεί να γίνει συντροφιά από τώρα και μέχρι όσο...
ψι ψι ψι μαύρο γατί...

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

8 Νοέμβρη

να κοιτάς πάντα την καρδιά σου

όχι τους καθρέφτες 
όχι τις αντανακλάσεις ζωής στα μάτια των άλλων
ούτε και τα σύννεφα ή τ άστρα 'κει που το νερό λιμνάζει.



να κοιτάς, να μελετάς, ν' αφουγκράζεσαι την καρδιά σου'
αυτή ξέρει.

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

μια φορά κι έναν καιρό

τι να πεις για τα παλιά;
τα χτεσινά;
το παρελθόν;
κιτρινισμένο γράμμα στο συρτάρι.
ξεχασμένο sms.
άκυρο ραντεβού.

αν το χτες ήταν σπορά, χαρτογράφηση με στόχο,
τότε μπορεί να το κοιτάς πότε πότε, έτσι για το καμάρι.

αν ήταν μόνο μια απόλαυση
ας το αναπολείς
και κάποιες τεμπέλικες ώρες με το νου να το ξαναζείς.

αν ήταν κάτι άλλο.....



Y aura que tengo otro socio
que atiende el negocio
querés que lo deje.
Y aura que tengo otro socio
querés que lo deje
pero no hay de qué.

ελληνιστί
και τώρα που έχω άλλο "συνεταιράκι"
που πράττει τα δέοντα
(εξυπηρετεί την επιχείρηση -χι χι)
τι να λέμε!!!

άντε και Καλημέρες!!!