Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2021

sapore di sale 7

 ΣΤΕΛΙΟΣ, Ο ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ


Καθένας κρύβει ένα ταλέντο μέσα του. Αν το ανακαλύψει στην ώρα του και το συνταιριάξει στη ρότα της ζωής του, με το επάγγελμά του, σώθηκε. 

Ο Στέλιος δε στοιχίζεται στους τυχερούς. Έχει το χάρισμα να λέει παραμύθια. Διηγείται πολύ ζωντανά φανταστικά περιστατικά μικροεπεισόδια. Το επάγγελμα του; ναυτικός παλιότερα, ψαράς τώρα. Σαν ναυτικός σε ποστάλια, φορτηγά, ωαράδικα δεν είχε βγει απ΄τη Μεσόγειο και δεν είχε ξεπεράσει το βαθμό του μούτσου. Φόρμα, μπότες και μπουγέλο. Το κλίμα της λαμαρίνας δε σήκωνε πολυλογίες και παραμύθια. Σαν μοναχικός ψαράς τώρα δεν έχει λήρωμα στη βάρκα του να εκτονωθεί.

Μοναδικός χώρος για να αποδείξει ο Στέλιος το ταλέντο του είν;αι ο καφενές της παραλίας, του μπάρμπα - λουκά. Οι παραστάσει δίνονται τις βροχερές και φουρτουνιασμένες χειμωνιάτικες βραδιές. Τότε παστώνονται όλοι εδώ να ζεσταθούν. Ακροατές του, στο ξύλινο τραπέζι στο βάθος του μαγαζιού, μπαξεβάνηδες, ξυλουργοί, μπογιατζήδες, χασομέρηδες. Ποτέ ναυτικοί. Αυτοί προτιμούν τα τραπέζια φάτσα στην παραλία για να αγναντεύουν το λιμάνι ή για να ακούς τις τερατολογίες του Στέλιου. Ταλαιπωρεί τη Γεωγρ;αφία, τη Μετεωρολογία, τη Ναυτική, τη Ψαρική. η κάπνα των τσιγάρων,ο ήχος των ζαριών που κατρακυλούν στο τάβλι,, ο κρότος απ΄τα πούλια στο πλακωτό και στις πόρτες, τα χαχανητά τωνπαιχτών που πετυχαίνουν ξερή, οι φωναχτές παραγγελίες στο γιο του μαγαζάτορα για βαρύ γλυκό και η ψεύτικη υπόσχεση του "αμέσως, έφτασε! " ανακατεύονται με τις φωνές των πελατών και δημιουργούν μια πολυφωνική χορωδία που σε ξαφνιάζει όταν πρωτομπαίνεις. Σιγά - σιγά τ΄αυτιά σου εναρμνίζονται σ΄αυτή τη μουσική γιατί γίνεσαι ο ίδιος μέλος της χορωδίας. Συνυπεύθυνος.

 Στο τραπέζι στο βάθος ειναι κάπω; πιο ήσυχα. Εδώ, το μονο που σταματά τη κουβέντα είναι η δοξολογια του μπάρμπα - Λουκά. Όταν φουσκώνει ο καφές και ξεχειλίζει απ΄το μεγάλο μπρίκι πολλοί άγιοι περνούν απ΄το στόμα του. Φροντίζει, όμως, οι Άγιοι νάναι ξενικοί. Τον έχει συμβουλέψει η γυναίκα του, μια και δεν μπορεί να κόωει τη συνήθειά του, να μην ανακατεύει τους ντοπιους. Οι πελάτες των κοντινών τραπεζιών ακούν τη λιτανεία στο καμαράκι της κουζίνας και, χαιρέκακα, το διασκδάζουν:

- Πάλι του χύθηκε ο καφές του Λουκά!

Εδώ, λοιπόν, στο βάθος της σάλας. Να το βασίλειο του παραμυθά μας! Στην αρχή κάνει τον αδιάφορο. Ανάβει τσιγάρο, ρουφά μιαγουλιά καφέ και περιμένει. Όλο και κάποιος απ΄την παρέα θα τον τσιγκλίσει:

- Πόσα μποφώρια νάχει σ΄μερα στην κεντρική Μεσόγειο; Πόσο ψηλά, λες, νάναι τα κύματα;

Αυτό αρκεί να σου στορίσει μια περιπέτεια που είχαν όταν ταξίδευαν στον Ειρηνικό. Από Φιλιππίνες στην Ιαπωνία. Κυλώνας με δεακτέσσερα μποφώρια και είκοσι μέτρα ύψος. Πώς σώθηκαν ήταν θάμα. Αν δεν συμβούλευε ο ίδιος τον καπετάνιο ν΄αλλάξει πορεία θάταν όλοι τους μακαρίτες!

Στις ιστορίες της Βαλτικής πρωταγωνιστούν οι πάγοι και οι χαμηλές θερμοκρασίες. Το καράβι τους έμεινε κοκκαλιασμένο στον παγο εικοσι μέρες. Χωρίς μηχανή, χωρίς ρεύμα, χωρίς τρόφιμα, με θεροκρασία μείον πενήντα. Αν δεν έκανε ο ίδιος σινιάλο με τον προβολέα μπαταριας στο Νορβηγέζικο παγοθραυστικό θάταν ακόμα εκεί. Αυτό τους γλίτωσε!

Ταξιδεύοντας απ΄τη Σιγκαπούρη στη Ιάβα, λίγο πριν μπουν στον κολπο της Τζακάρντα, τους επιτέθηκαν πειρατές με μαχαίρια που προσπαθούσαν να σκαρφαλώσουν στο καράβι. Τους πήρε μυρουδιά και τους πέταξε όλους στη θάλασσα με καυτό νερό της μάνικας που χειριζόταν ο ίδιος κι ένας βοηθός τους Σκυριανός. Ξεχνούσε το επώνυμό του. Το μικρό του Νικόλας.

Στη Μάγχη, χριμώνα καιρό, μέσα στην ομίχλη, όταν αρρώστησε ο καπετάνιος, άρπαξε το τιμ΄΄ονι απ΄το γραμματικό, ένα παιδαρέλι που έτρεμε απ΄το φόβο του, και πρόλαβε την τελευταία στιγμη το τρακάρισμα μ΄ένα ρούσικο!

Στη Βεγγάζη, όταν δούλευε στο ψαράδικο, αυτός ορμήνεψε τον ψαροκαπετάνιο σε ποια ξέρα να καλάρει. Είχε δει το παίξιμο της παπαλίνας, τα ρέματα, είχε μετρήσει τη θερμοκρασία της θάλασσας και πονηρεύτηκε που βοσκουσαν τα φαγγριά. Το τι τράβηξαν να σηκώσουν το σάκο, άστο! Στο ίδιο μέρος, μετά μια βδομάδα, όταν βράχωσε η άγγουρα, βούτηξε σε τριάντα οργιές νερά για να τη ξεσκαλώσει. Ξενέρισε σχεδόν αναίσθητος!

Ανάλογα ανδραγαθήματα είχε κάνει ο Στέλιος όταν υπηρετούσε στο ναυτικό. Ο Ναύαρχος τούχε δώσει βραβείο που κανένας ποτέ δεν είχε γιατί τόχε ακόμα στον κορνιζά, στο Βόλο.

Οι αισθηματικές του ιστορίες έχουν επίκεντρο τα μεγάλα αμαρτωλά λιμάνια. Τελευταία περιορίστηκαν σε δύο. Στη Μασσαλία και στο Ρίο Ντε Τζανέιρο. Οι τελευταίες του περιπέτειες στο καράκας της Αργεντινής ( ! ) και στο Πουέρτο Ρίκο της Κούβας ( ! ) συγκέντρωσαν περισσότερα κρυφοχαμόγελα παρά θαυμασμό. Δε μπορεί να εξηγήσει το γιατί.

Στη Μασσαλία, λοιπόν, στο κέντρο που διασκέδαζαν τη νύχτα, τον ερωτεύτηκε η ομορφότερη χορεύτρια του μπαλέτου, η Τερέζα. τον ακολούθησε στην καμπίνα του στο καράβι. Το πρωί, όμως, βρέθηκε κυκλωμένος από μπράβους με πιστόλια. Του την πήραν παρά τις αντιρρήσεις της!

Στο ρίο συνέπεσε να φορτώνουν καφέ όταν ήταν στο φόρτε το καρναβάλι. Μια βδομάδα χόρευαν, πίναν και οργίαζαν με τις θεότρελες Βραζιλιάνες. Όχι μόνο ο Στέλιος. ¨ολο το πλήρωμα. μια παβνύψηλη δεκαοχτάρα τσιμπήθηκε μαζί του. Τον ικέτευε να την πάρει στην Ελλάδα. Το Λιμεναρχείο του χάλασε τη δουλειά!

Όταν αρχίζει την ψαροκουβάντα οι διπλανοί του παραμερίζουνς τις καρέκλες τους δεξιά  - αρστερά για να μην εμποδίσουν τα χέρια του καθώς τ΄απλώνει για να δείξει τις διαστάσεις των ψαριών που έπιασε όταν,παλιποτερα, είχε ξεμπαρκάρει.

Η ιστορία με τη συναγρίδα των είκοσι οκάδων που είχε ιάσει στο χοντρό παραγάδι του σταμάτησε άδοξα. την είχε σύρει με γάντζο μέχρι το λιμάνι πίσω απ΄τη βάρκα του. Ας όψεται ο φίλος του ο Παντελής. τέτοιους φίλους να΄χεις! Ο Παντελής την επαύριο της αφήγησης παρουσιάστηκε στον καφενέ στεναχωρημένος. 

- Τι έπαθες Παντελή; Πέσαν τα καράβια σ΄έξω; τον ρώτησαν.

- Ψαχνω από ωες βράδ΄να βρω ένα ταψί με διάμετρο μια οργιά και δε βρίσκω. Γυρ΄σα όλα τα μαγαζιά, αλλά τίποτα, απάντησε.

- Τι το θέλεις τόσο μεγάλο ταψί Παντελή; τον ξαναρώτησαν.

- Αγορασα τη συναγρίδα που έβγαλε χτες ο Στελιος κι επιμένει η γ΄ναίκα μ΄να τη βάλει στο φούρνο, μαρινάτη!


Οι αφηγήσεις του Στέλιου συνοδεύονται από σωστές χειρονομίες, γκριμάτσες, ανεβοκατεβάσματα της τραγανής φωνής του. Τις κάνει ολοζώντανες. ναι, ολοζώντανες! Σ΄΄ιγουρα κάποιος παππούς του θα΄ταν θεατρίνος!

Τι κρίμα να μην έχει το χωριό ένα παιδικό θέατρο! Ο Στέλιος θα΄βρισκε δουλεια σαν παραμυθάς. Θα συνταίριαζε τπ ταλέντο του με το θεατριλίκι.

Τώρα παιδεύεται με τα παραγάδια.


Όλο τον κόσμο γύρισες
μα τίποτα δεν είδες.
Ν. Καββαδίας.


  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου