Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012


Στον υδατοφράχτη του Χάμπλεντον ανακαλύψαμε ότι είχαμε ξεμείνει από νερό' έτσι λοιπόν πήραμε τα παγούρια μας και ανεβήκαμε μέχρι το σπίτι του φύλακα του υδατοφράχτη για να του ζητήσουμε λίγο.

Ο Τζωρτζ ήταν ο εκπρόσωπός μας. Φόρεσε το πιο καλό του χαμόγελο και είπε:

“Παρακαλώ, μήπως θα μπορούσατε να μας δώσετε λίγο νερό;”

“Φυσικά”, απάντησε ο γέρος κύριος' “πάρτε όσο θέλετε και αφήστε το υπόλοιπο”.

“Ευχαριστούμε πολύ”, μουρμούρισε ο Τζωρτζ, κοιτώντας γύρω του. “Πού... πού το έχετε;”

“Στο ίδιο μέρος πάντα αγόρι μου”, ήταν η αναίσθητη απάντηση. “Ακριβώς από πίσω σου'.

“Δεν το βλέπω”, είπε ο τζωρτζ κοιτώντας πίσω του.

“Τρέχει τίποτα με τα μάτια σου, λεβέντη μου;” ήταν το σχόλιο του άντρα, που έστριψε τον Τζωρτζ και του έδειξε κάτω το ποτάμι. “Δε σου φτάνει αυτό;”

Ά!” αναφώνησε ο Τζωρτζ, συνειδητοποιώντας τί εννοούσε ο άνθρωπος. “Μα δεν μπορούμε να πιούμε από το ποτάμι, δα!”

“Όχι' αλλά μπορείτε να πιείτε ένα μέρος του”, απάντησε ο γέρος. “Αυτό πίνω εγώ τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια”.

Ο Τζωρτζ του είπε ότι η εμφάνισή του μετά από την κούρα που είχε ακολουθήσει δεν αποτελούσε καλή διαφήμιση για τη μάρκα' και ότι θα προτιμούσε το δικό του νερό να είναι από αντλία.

Πήραμε το νερό από ένα αγροτόσπιτο λίγο πιο πάνω. Τολμώ να πω ότι εκείνο θα πρέπει να ήταν νερό από το ποτάμι. Αλλά δεν το ξέραμε, οπότε δεν μας πείραζε. Αυτό που δεν βλέπει το μάτι δεν ενοχλεί το στομάχι.


Δοκιμάσαμε μια φορά να πιούμε νερό από το ποτάμι, λίγο αργότερα εκείνη την εποχή, αλλά η δοκιμή δεν είχε επιτυχία. Κατεβαίναμε το ρεύμα κι είχαμε σταθεί να πιούμε το τσάι μας σ' ένα κανάλι κοντά στο Ουίνσδορ. Τα παγούρια μας ήταν πάλι άδεια και είτε θα μέναμε χωρίς τσάι είτε θα παίρναμε νερό από το ποτάμι. Ο Χάρις πρότεινε να το διακινδυνεύσουμε. Είπε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα, αφού το νερό θα το βράζαμε έτσι κι αλλιώς. Είπε ότι τα διάφορα δηλητηριώδη μικρόβια που υπήρχαν στο νερό θα ψοφούσαν με το βράσιμο' και προσέξαμε ιδιαίτερα ώστε να βράσει καλά.

Είχαμε φτιάξει το τσάι κι ήμασταν έτοιμοι να βολευτούμε για να το πιούμε με την άνεσή μας, όταν ο Τζωρτζ, με το φλιτζάνι έτοιμο ν' ακουμπήσει στα χείλη του, σταμάτησε και φώναξε:

“Τί είναι αυτό;”

“Τί είναι ποιο;” ρωτήσαμε ο Χάρις κι εγώ.

“Αυτό!” είπε ο Τζωρτζ, κοιτώντας δυτικά.

Ο Χάρις κι εγώ ακολουθήσαμε το βλέμμα του και είδαμε να μας πλησιάζει κολυμπώντας στο νωθρό ρεύμα ε΄νας σκύλος. Ήταν ένας απ' τους πιο ήσυχους κι ειρηνικούς σκύλους που έχω δει ποτέ μου. 

Ποτέ μου δεν συνάντησα σκύλο που να δείχνει πιο ευχαριστημένος -πιο ήρεμος στην ψυχή. Κυλούσε ονειροπόλα ανάσκελα, με τα τέσσερα πόδια στον αέρα. Θα μπορούσα να πω ότι ήταν ένας εύσωμος σκύλος, με πολύ αναπτυγμένο στέρνο. Ερχόταν προς το μέρος μας, αξιοπρεπής, ήρεμος και γαλήνιος μέχρι που βρέθηκε δίπλα στη βάρκα μας κιο εκεί, ανάμεσα στα βούρλα, έκοψε ταχύτητα και βολεύτηκε για να περάσει τ' απόγευμά του.

Ο Τζωρτζ είπε ότι δεν ήθελε τσάι κι άδειασε το φλιτζάνι του στο νερό. Ούτε ο Χάρις διψούσε κι έκανε το ίδιο. Εγώ, που είχα πιει το μισό δικό μου, ευχήθηκα να μην το είχα κάνει.

Ρώτησα τον Τζωρτζ αν κινδύνευα να πάθω τύφο.

Είπε ότι πίστευε ότι είχα πο9λλές πιθανότητες να τη σκαπουλάρω. Πάντως μέσα σε 15 μέρες θα ήξερα αν είχα ή δεν είχα κολλήσει.

3 σχόλια: