Για τους Ευρωπαίους αρχιτέκτονες,τους αναθρεμμένους με την παράδοση της πέτρας και του τούβλου, η Ιαπωνική μας μέθοδος οικοδόμησης με ξύλο και μπαμπού δεν αξίζει, φαίνεται, να συγκαταλέγεται στις αρχιτεκτονικές μεθόδους. Πρόσφατα ένας άξιος εκπρόσωπος της Δυτυκής Αρχιτεκτονικής επιτέλους αναγνώρισε και τίμησε την εξαιρετική τελειότητα των μεγάλων ναών μας. Έτσι όπως έχουν λοιπόν τα πράγματα με την κλασσική μας αρχιτεκτονική, πώς να περιμένουμε να εκτιμήσει ο ξένος τη διακριτική ομορφιάς της αίθουσας του τσαγιού. που η κατασκευαστικές και διακοσμητικές της αρχές είναι τόσο διαφορετικές από εκείνες της Δύσης;
Η αίθουσα του τσαγιού (Σουκίγια) δεν φιλοδοξεί να είναι τίποτα παραπάνω απ ότι είναι στην πραγματικότητα: ένα απλό σπιτακι- μια αχυροκαλύβα, όπως λέμε. Τα πρωτογενή ιδεογράμματα της λέξης Σουκίγια σημαίνουν "Οίκος της Αρεσκείας". Τελευταία, διάφοροι δάσκαλοι του τσαγιού αντικατέστησαν τους αρχικούς κινεζικούς χαρακτήρες με άλλους, σύμφωνους με την προσωπική αντίληψη του καθενός για την αίθουσα του τσαγιού, και ο όρος Σουκίγια μπορεί να σημαίνει και "Οίκος του Κενού" ή "Οίκος του Ασύμμετρου". Είναι "Οίκος της Αρεσκείας" εφόσον αποτελεί μια αφήμερη κατασκευή, προορισμένη να στεγάσει μια ποιητική παρόρμηση. "Οίκος του Κενού" είναι εφόσον στερείται κάθε στολισμού, εκτός απ ότι μπορεί να τοποθετηθεί εκεί γαι να ικανοποιήσει κάποια αισθητική ανάγκη της στιγμής. "Οίκος του Ασύμμετρου" είναι, τέλος, εφόσον είναι αφιερωμένο στη λατρεία του Ατελούς, αφήνοντας εσκεμμένα κάτι ημιτελές για να το συμπληρώσει το παιχνίδι της φαντασίας. Τα ιδεώδη του Ταισμού έχουν επηρεάσει την αρχιτεκτονική μας σε τέτοια βαθμό, από τον 16ο αιώνα μέχρι σήμερα, ώστε το συνηθισμένο Ιαπωνικό εσωτερικό, εξαιτίας του υπερβολικά απλού και απέριττου διακοσμητικού του σχεδίου να φαντάζει στο ξένο μάτι σχεδόν γυμνό.
Η πρώτη ανεξάρτητη αίθουσα τσαγιού ήταν δημιουργία του Σένο Σογιέκι -γνωστού με το μετέπειτα όνονμα Ρίκιου- του μεγαλύτερου από όλους τους δασκάλους του τσαγιού, ο οποίος, τον 16ο αιώνα, με την υποστήριξη του Ταικό Χιντεγιόσι, καθιέρωσε και ανήγαγε σε υψηλό βαθμό τελειότητας το τυπικό της τελετουργίας του τσαγιού. Οι αναλογίες της αίθουσας του τσαγιού είχαν καθοριστεί παλαίότερα από τον Τζόουο, περίφημο δάσκαλο του τσαγιου του 15ου αιώνα. Η αίθουσα του τσαγιού απαρτιζόταν, αρχικά, από ένα τμήμα του καθηστικού μόνον, χωρισμένο από τα υπόλοιπα με παραβάν, γαι να συγκεντώνονται οι τειοπότες. Το απομωνομένο αυτό τμήμα ονομαζόταν κακόι (περίφραχτο), όνομα που αποδίδεται ακόμα στις αίθουσες του τσαγιού που είναι χτισμένες μέσα στο σπιτι και δεν είναι ανεξάρτητες κατασκευές. Η Σουκίγια αποτελείται από την αίθουσα του τσαγιού καθ αυτή, σχεδιασμένη έτσι ώστε να φιλοξενεί το πολύ 5 άτομα, αριθμό που φέρνει στο νου το ρητό " ΠΟιο πολοί από τις Χάριτες, λιγότεροι από τις Μούσες", ένα προθάλαμο, όπου πλένονται και τακτοποιούνται τα σκεύη του τσαγιού προτού μεταφερθούν στην αίθουσα, ένα υπόσταγο (ματσιάι), όπου περιμένουν οι καλεσμένοι μέχρι να λάβουν την εντολή να μπουν στην αίθουσα κι ένα μονπάτι (ρότζι), που συνδέει το ματσιάι με την αίθουσα. Η αίθουσα του τσαγιού δεν έχει όψη εντυπωσιακή. Είναι μικρότερη κι απ το πιο μικρότερο γιαπωνέχικο σπίτι, ενώ τα υλικά της κατασκευής της υποβάλλουν την ιδέα μιας εξευγενισμένης ένδειας. Δεν πρέπει, ωστόσο, να ξεχνάμε πως όλα αυτά είναι αποτέλεσμα σοβαρής καλλιτεχνικής προμελέτης και ότι οι λεπτομέρειες έχουν υπολογιστεί με μεγάλη προσοχή, μεγαλύτερη ίσως κι από κείνη που δίνεται στο χτίσιμο των πλουσιότερων ανακτόρων και ναών. Μια σωστή αίθουσα τσαγιού είναι πιο δαπανηρή απ ότι ένα κλασσικό αρχοντικό, γιατί η επιλογή των υλικών της, καθώς και η εκτέλεση και η ποιότητα της εργασίας απαιτούν τεράστια φροντίδα και ακρίβεια. Πράγματι, οι ξυλουργοί που εργάζονται για τους δασκάλους του τσαγιού συγκροτούν μια ξεχωριστή τάξη που χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης μεταξύ των τεχνιτών, μια και η δουλειά τους είναι εξίσου λεπτή και δύσκολή με τη δουλειά εκείνων που φτιάχνουν λακαρισμένα έπιπλα.
Η αίθουσα του τσαγιού όχι μόνο διαφέρει από οποιαδήποτε δημιουργία της δυτικής αρχιτεκτονικής, αλλά έρχεται σε έντονη αντίθεση και με την κλασσική αρχιτεκτονική της ίδιας της Ιαπωνίας. Τα επιβληματικά αρχαία μας οικοδομηματα, είτε κοσμικά είτε εκκλησιαστικά, ήταν αξιοπρόσεκτα, έστω και για το μέγεθός τους μόνον. Τα λιγοαστά ου διασώθηκαν από τις εκτεταμένες και καταστροφικές πυρκαγιές, στο πέρασμα των αιώνων, είναι ακόμα ικανά να μας εμπνέουν το δέος με το μεγαλείο και τον πλούτο της διακόσμησής τους. Θεόρατοι ξύλινοι στύλοι με διάμετρο 2 ή 3 πόδια και ύψος 30 ως 40, υποβάσταζαν, με ένα περίεργο σύμπλεγμα υπερεισμάτων, τις πελώριες δοκούς που στέναζαν κάτω από το βάρος των επικλινών κεραμωτών σκεπών. το υλικό και τρόπος της κατασκευής, αν και ασθενής στη φωτιά, αποδείχτηκαν πολύ ανθεκτικά στους σεισμούς, και ήταν άριστα προσαρμοσμένα στις κλιματολογικές συνθήκες της χώρας. Η Χρυσή Αίθουσα του Χοριούτζι και η Παγόδα του Γιακουσίτζι αποτελούν αξιόλογα σείγματα αρχιτεκτονικής μας του ξύλου. Αυτά τα κτήρια έχουν μείνει, στην ουσία, ανέπαφα για 12 σχεδόν αιώνες. Το εσωτερικό των παλαιών ναών και ανακτόρων ήταν κοσμημένο πλουσιοπάροχα. Στο ναό Χόντο στο Ούτζι, που χρονολογείται από τον 10ο αιώνα, μπορούμε ακόμα να διακρίνουμε τον περίτεχνο θόλο και τα επίχρυσα κιβώρια, πολύχρωμα, στολισμένα με ένθετα ποικίλματα- καθρέφτες και σεντέφι- καθώς και ό,τι απομένει από τις ζωγραφιές και τα γλυπτά που κάλυπταν άλλοτε τους τοίχους. Αργότερα, στη Νίκο και στο κάστρο Νίτζο στο Κυότο, βλέπουμε την κατασκευαστίκή ομορφιά να θυσιάζεται χάριν ενός διακοσμητικού πλούτου, που συναγωνίζεται στο χρώμα και στην έξοχη λεπτομέρεια τη λαμπρότητα των αραβικών και μαυριτανικών έργων.
Η απλότητα και το αμιγές της αίθουσας του τσαγιού οφεόλεται στο ότι αποτελεί απομίμηση της Μονής ζεν. Η Μονή ζεν διαφέρει από τις μονές των άλλων βουδιστικών αιρέσεων, αφού προορίζεται αποκλειστικά για τόπος διαμονής των μοναχών. Το ιερό της δεν είναι τόπος λατρείας ή προσκινήματος, με σπουδαστήριο όπου μαζεύονται οι μαθητές για να συνδιαλλαγούν και να αυτοσυγκεντρωθουν. Η αίθουσα είναι γυμνή εκτός από ένα κεντρικό σηκό, όπου, πίσω από το βωμό, βρίσκεται ένα άγαλμα του Μπόντι Ντάρμα, του ιδρυτή της αίρεσης, ή του Σακια Μούνι, που τον συνοδεύουν ο Κασιάπα και ο Ανάντα, οι δύο πρώτοι πατριάρχες του Ζεν. Πάνω στο βώμο υπάρχουν άνθη και αρώματα, αναθήματα στη μνήμη αυτών των σοφών για τη μεγάλη τους προσφορά στο Ζεν. Έχουμε ήδη πει πως η ιεροτελεστία, η καθιερωμένη από τους μοναχούς του Ζεν, της διαδοχικής πόσης τσαγιού από μια μόνον κούπα μπροστά στην εικόνα του Μπόντι Ντάρμα ήταν εκείνη που είχε θέσει τις βάσεις της τελετουργίας του τσαγιού. Μπορούμε να προσθ΄σουμε εδώ πως ο βωμός του ιερού Ζεν είναι το πρωτότυπο της Τοκονόμα, της ιδιαίτερης γωνίας του ιπαωνικού δωματίου, όπου τοποθετούνται ζωγραφικά έργα και άνθη με σκοπό την πνευματική εξύψωση των καλεσμένων.
Όλοι οι μεγάλοι δάσκαλοι του τσαγιού ήτασν μελετητές του Ζεν και προσπάθησαν να εισαγάγουν το πνεύμα του στην καθημερινή πραγματικότητα. Έτσι, η αίθουσα, όπωςκι ο υπόλοιπος εξοπλισμός της τελετής του τσαγιού, αντανακλά πολλά από τα δόγματα του Ζεν. Το μέγεθος της κλασικής αίθουσας του τσαγιού - τέσσερις ψάθες και μισή ή 10 τετραγωνικά πόδια - καθορίζεται αποό μια περικοπή του Σούτρα του Βικραμαντίτια. Σ αυτό το ενδιαφέρον έργο ο Βικραμαντίτια καλοσωρίζει τον άγιο Ματζουσίρι και 84 χιλιάδες μαθητές του Βούδα μέσα σ ένα δωμάτιο αυτού του μεγέθους- μια αλληγορία βασισμένη στη θεωρία της ανυπαρξίας του χώρου για τους αληθινά πεφωτισμένους. Το ρότζι, πάλι, το μονοπάτι του κήπου που οδηγεί από το ματσάι στην αίθουσα του τσαγιού, συμβόλιζε το πρώτο στάδιο της αυτοσυγκέντρωσης -το πέρσμα στην αυτοφώτιση. Σκοπός του ρότζι ήταν η αποσύνδεση με τον εξωτερικό κόσμο κι η δημιουργία μιας νέας αίσθησης, αποφασιστικής γ\για την πλήρη αισθητική απόλαυση μέσα στην ίδια πια την αίθουσα του τσαγιού. Όποιος έχει διαβεί αυτό το μονοπατι δε μπορεί παρά να θυμάται πως το πνεύμα του, καθώς βάδιζε μες στο σ΄τθαμπο της θαλερής πρασινάδας, επάνω στις συμμετρικά ασύμμετρες πλάκες, τις στρωμένες με ξερές πευκοβελόνες, και πλάι στα χορταριασμένα γρανιτένια φανάρια, υψωνόταν πάνω από τις συνηθισμένες σκέψεις. Μπορεί κανείς να βρίσκεται στο κλεντρο της πόλης κι όμως να νοιώθει σα να ναι μέσα στο δάσος, μακριά από τη σκόνη και τη βουή του πολιτισμόύ. Μεγάλη ήταν η ευστροφία που επέδειξαν οι δάσκλοι του τσαγιού στη δημιουργία των εντυπώσεων της γαλήνης και της καθαριότητας. Ηφύση των αισθ΄γσεων που ξυπνούσαν μέσα σ όποιο περνούσε το ρότζι ποικίλλει ανάλογα με το δάσκαλο του τσαγιού. Ορισμένοι, όπως ο Ρόκιου, είχαν ως στόχο την απόλυτη μοναξιά, και ισχυριζόταν πως το μυστικό του ιδανικού ρότζο περικλειόταν στο αρχαίο τραγουδάκι: Κοίταξα πέρα' Μήτε λουλούδια Μήτε φυλλωσιές. Στην ακρογιαλιά Ένα μοναχικό καλύβι στέκει Στο φως που τρεμοσβήνει Στο δείλι του φθινοπώρου.
Άλλοι σαν τον Κομπόρι Ενσίου, επεδίωκαν να δημιουργήσουν άλλη εντύπωση. Ο Ένσιου έλεγε πως η κεντρική ιδέα του ρότζι μπορούσε να εντοπιστεί στους ακόλουθους στίχους:
Μια συστάδα καλοκαιριάτικα δένδρα, Μια ακρίτσα θάλασσα, Ένα χλωμό φεγγάρι βραδινό.
Δεν είναι δύσκολο να συλλάνουμε το νόημά του. Ήθελε ν αποτυπώσει την κατάσταση μιας ψυχής που μόλις αφυπνιστεί' μιας ψυχής που, ενώ ακόμα παραμένει στα σκιερά όνειρα του παρλθόντος, λούζεται συνάμα στη γλυκιά αναισθησία ενός απαλού πνευματικού φωτός λαχταρώντας την ελευθερία που βρίσκεται πέραν.
Πέρασα απλά να πω ένα γεια: Γεια!
ΑπάντησηΔιαγραφή