Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012


Ανεβήκαμε το κανάλι μέχρι το Γουόργκέιβ. Έτσι κόβεις δρόμο και βγαίνεις ξανά στη δεξιά όχθη γύρω στα 800 μέτρα πάνω από τον υδατοφράχτη του Μαρς, και αξίζει τον κόπο να το κάνεις γιατί είναι ένα όμορφο, σκιερό μικρό ποταμάκι, άσε που γλιτώνεις και σχεδόν 800 μέτρα απόσταση.

Φυσικά η είσοδός του είναι γεμάτη παλούκια και αλυσίδες και περιβάλλεται από προειδοποιητικές πινακίδες που απειλούν με κάθε είδους βασανιστήρια, φυλάκιση και θάνατο όποιον τολμήσει ν' ακουμπήσει το κουπί του σ' αυτά τα νερά -αναρωτιέμαι πώς και μερικοί από αυτούς τους παραποτάμιους χωριάτες δε διεκδικούν και τον αέρα του ποταμιού και δεν απειλούν με 40 σελίνια πρόστιμο όποιον τον αναπνεύσει-, αλλά τα παλούκια και τις αλυσίδες τις αποφεύγεις εύκολα με λίγη επιδεξιότητα και όσο για τις πινακίδες, αν σου περισσεύουν 5 λεπτά και δεν είναι κανείς εκεί γύρω, μπορείς να κατεβάσεις μια δυο από δαύτες και να τις πετάξεις στο ποτάμι.

Όταν είχαμε ανεβεί στα μισά του καναλιού, βγήκαμε έξω και βηματίσαμε' στη διάρκεια εκείνη του γεύματος ο Τζωρτζ κι εγώ υποστήκαμε ένα τρομερό σοκ.

Και ο Χάρις υπέστη σοκ' αλά δε νομίζω ότι το σοκ του Χάρις μπορεί να ήταν τόσο τρομερό όσο αυτό που υποστήκαμε ο Τζωρτζ κι εγώ από αυτή την ιστορία.


Να πως έγιναν τα πράγματα: ήμασταν σε ένα λιβάδι, περίπου δέκα μέτρα από την άκρη του ποταμιού, και είχαμε μόλις καθίσει αναπαυτικά για να τραφούμε. Ο Χάρις είχε την κρεατόπιτα ανάμεσα στα πόδια του και την έκοβε κι Ο Τζωρτζ κι εγώ περιμέναμε με τα πιάτα έτοιμα.

“Έχετε κανένα κουτάλι πρόχειρο;” λέει ο Χάρις. “Χρειάζομαι ένα κουτάλι για να σερβιρίσω τη γέμιση”.

Το καλάθι ήταν κοντά πίσω μας και ο Τζωρτζ κι εγώ γυρίσαμε κι οι δύο ταυτόχρονα για να πιάσουμε ένα κουτάλι. Δε μας πήρε ούτε πέντε δευτερόλεπτα για να το βρούμε. Όταν ξαναστίψαμε, ο Χάρις και η κρεατόπιτα είχαν εξαφανιστεί!

Ήταν ένα πλατύ, ανοιχτό λιβάδι. Δεν υπήρχε ούτε ίχνος φράχτη για εκατοντάδες μέτρα. Αποκλειόταν να είχε κυλήσει στο ποτάμι, γιατί εμείς ήμασταν πιο κοντά από εκείνον προς την όχθη και θα έπρεπε να είχε περάσει από πάνω μας για να το κάνει.

Ο Τζωρτζ κι εγώ κοιτάξαμε ολόγυρα. Μετά κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο.

“Μήπως ανελήφθη στους ουρανούς;' ρώτησα.

“Σ' αυτήν την περίπτωση, δεν θα έπαιρναν και την πίτα”, είπε ο Τζωρτζ.

Το επιχείρημά του είχε κάποια βαρύτητα, οπότε απορρίψαμε τη θεωρία περί αναλήψεως.

“Υποθέτω ότι αυτό που συνέβη”, πρότεινε ο Τζωρτζ, περιοριζόμενος στα κοινά και λογικά, “είναι κάποιος σεισμός”.

Και μετά πρόσθεσε, με μια πινελιά θλίψης στη φωνή: “Μακάρι να μην κρατούσε εκείνη την πίτα εκείνη τη στιγμή”. Αναστενάξαμε και γυρίσαμε το βλέμμα άλλη μια φορά προς στο σημείο που ο Χάρις και η πίτα θεάθηκαν για τελευταία φορά επί προσώπου γης' κι εκεί με τις τρίχες όρθιες και το αίμα παγωμένο στις φλέβες μας, είδαμε το κεφάλι του Χάρις -τίποτα περισσότερο από το κεφάλι του- να προεξέχει όρθιο ανάμεσα στο ψηλό γρασίδι, με κατακόκκινο πρόσωπο κι έκφραση βαθειάς αγανάκτησης!

Ο Τζωρτζ ήταν ο πρώτος που συνήλθε.

Μίλα!' φώναξε. “Πες μας αν είσαι ζωντανός ή πεθαμένος -και πού βρίσκεται το υπόλοιπο σώμα σου;”

Ωωω, κόψε την πλάκα!” είπε το κεφάλι του Χάρις. “Εγώ νομίζω ότι το κάνατε επίτηδες”.

Να κάνουμε τί επίτηδες;” αναφωνήσαμε μαζί ο Τζωρτζ κι εγώ.

Να με βάλετε να κάτσω εδώ, φυσικά -πολύ ηλίθιο κόλπο! Ορίστε, πιάστε την πίτα”.

Και μέσα από τη γη, όπως μας φάνηκε, αναδύθηκε η πίτα -πολύ στραπατσαρισμένη και μάλλον κατεστραμμένη- και μετά από αυτή βγήκε με κόπο κι ο υπόλοιπος Χάρις -τσαλακωμένος, βρώμικος και βρεγμένος.

Καθόταν, χωρίς να το ξέρει, στην άκρη ενός μικρού χαντακιού που το μακρύ και πυκνό χορτάρι το έκρυβε από τα μάτια του' και σκύβοντας λίγο πίσω, είχε πέσει μέσα, μαζί με την πίτα.

Είπε ότι ποτέ στη ζωή του δεν είχε νιώσει τόση έκπληξη, όσο την πρώτη στιγμή που αισθάνθηκε να φεύγει χωρίς να μπορεί με τίποτα να υποθέσει τί ακριβώς συνέβαινε.Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν ότι είχε έρθει η συντέλεια του κόσμου.

Ο Χάρις πιστεύει μέχρι σήμερα ότι ο Τζωρτζ κι εγώ το είχαμε προσχεδιάσει. Έτσι βαραίνουν οι υποψίες ακόμα και του ς αθωότερους ανάμεσά μας' γιατί, όπως λέει κι ο ποιητής, “Ποιος μπορεί να γλιτώσει από τη συκοφαντία;”

Ποιος αλήθεια;

6 σχόλια:

  1. Ελπιζω καποτε να διαβασω
    και τους "δυσκολους ερωτες" εδω


    Καλο σ/κ Μπλουζ....

    :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Συνεχίζεις ακάθεκτη βλέπω!!!
    Φιλάκια Blues μου, καλό Σαββατοκύριακο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. πραγματικά το απολαμβάνω, έστω και αν είναι σε δόσεις μικρές!
    φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Καλησπέρα κούκλα μου και καλή εβδομάδα! Καλό φθινόπωρο να'χουμε με υγεία, μπόλικη αγάπη και πολλές δημιουργίες! Πολλά φιλιά! :-)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αυτό με τα παλούκια ακούγεται πολύ...απειλητικο!!!
    καλή βδομάδα φιλενάδα :) φιλάκια πολλά!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή