Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011

when life becomes a temporary dream 2, ssf.

καλή νύχτα για κρεμασμένους.
Η σιωπή ξεχειλίζει.


Ανταύγειες κι αντανακλάσεις. Σιγανές φωτιές φωτιές ελπίδας. Μικρές ξαστεριές. Ο Σασυφής σ ανάπαυλα πολέμου. Γυροβολιές. Ο κόσμος γίνεται ένα μικρό χαρτί, μια μονοκοντυλιά, μια αγάπη, μιαν απαίτηση. Ο κόσμος κλαίει. Ο Σασυφής συνοφρυώνεται. Παλεύει με τα γράμματα μα του ξεγλιστράνε. Πάει στο σαλόνι. Ατάραχο το φλιτζανάκι του καφέ, νεκρά φύση, βρε, οι λέξεις κάνουν παιχνίδια, οι ήχοι τους είναι μαγεμένοι, δένουν τα πάντα σε πραγματικότητες, παιχνίδι εγκλεισμού και φυγής.. Τ αρέσει καλύτερα το still life, στεκάμενη ζωή, μια καθαρά ηχητική επιλογή , στο παιχνίδι των συμφώνων και των φωνηέντων. Ο Σασυφής δεν αναπολεί, είναι θυμωμένος. όπου ο θυμός είναι μια αστραπή ματιών, μια εσωτερική βίαια σύρραξη, ένα γιατί.  Γιατί ακόμα δεν έχω φωνή. Τροπικά φυτά κι ένας καναπές με παλιό μετάξι ντυμένος. Κληρονομιές απ άλλες ζωές. Νύξεις ψύχρας, το καλοκαιράκι δεν είναι στα φόρτε του. Αφήνει το σαλόνι και πάει στο δωμάτιο του.  Νοιώθει μόνος, η μοναξιά μοιάζει γύμνια, ένα εκκλησιαστικό όργανο μουγκό. Ταπωμένες επιθυμίες. Μάτια βαρειά σαν νυχτολούλουδα μετά από μπουρίνι. Χαϊδεύει τη ζωγραφιστή πόρτα, ξεντύνεται μ αργές κινήσεις, κάθεται λίγο στο παράθυρο γυμνός να νοιώσει τη νύχτα παντού στο δέρμα του, ν αλαφρώσει. Κοίτα, του λέει μια φωνή, πάρ ένα παραμύθι, δως του κλώθο να γυρίσει.. Μα κείνος κωφεύει, φορά κάτι λαφρύ, σκεπάζεται  με μια καλοκαιρινή κουβερτίτσα κι απομονώνεται. Ο Ιούνης αταχτεύει κι ανοίγει την πόρτα την κλειστή. Μισάνοιχτη, ορθάνοιχτη κι ένα ξέθωρο φως, άγγελοι του πρωινού χαϊδεύουν, χαρίζονται στο σιγανό μουρμουρητό της ανάσας του. Το Καλό γένεται ζέστη π ανέβαίνει απ τ ακροπόδαρα του μέχρι το στο μέτωπο φιλί. Φιλί, ζωή.  Η μέρα διώχνει τα φαντάσματα και φέρνει μιαν ήπια και ξελογιάστρα μυρωδιά εσπρέσο που με νυσταγμένες κινήσεις ο Σασυφής φτιάχνει.  Κάθεται αμίλητος στην κουζίνα. Ο γάτος τρίβεται στα πόδια του, μετά φχαριστιέται μόνος του τρίβοντας την πλάτη του στο πάτωμα. Ο Σασυφής στο μπάνιο. Αφήνει αφηρημένα το ζεστό νερό να τρέξει, οι ατμοί θαμπώνουν το τζάμι. Κάνει μια έτσι με το χέρι, ίσα να βλέπει λίγο, περνάει το χέρι απ τα μαλλιά, μικρές αυταρέσκειες κι ύστερα το ξεχνάει. Ντύνεται νωθρά και βγαίνει στο δρόμο με μάτια θολά μια μέρα ακόμη, αχ του λείπει τ άσπρο σπιτάκι επιτακτικά. Προχωρά, η πόλη ζωηρεύει, ζωή σε ρουτίνα, ποιος ζει; Στη γλάστρα ο βασιλικός φιλάρεσκος αφήνει αρώματα κι ολοένα και θεριεύει...

1 σχόλιο:

  1. Οι μουσικές σου επιλογές, απλά δεν παίζονται!!!
    Εύγε μπλουζ!
    Αν κάποτε, με ένα μαγικό τρόπο, βρεθούμε σε ένα ραδιοφωνικό στούντιο θα είναι νύχτα και θα ενώσουμε τις μουσικές μας και θα κάνουμε την καλύτερη εκπομπή έβερ...
    Α, και μην το ξεχάσω...
    Καμιά φορά τα συνηθισμένα, τα απλά όνειρα είναι τα πιο καθησυχαστικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή