Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Ραψωδία του σαλονιού.

Με ηχητικές παραμορφώσεις να ξεδιπλώνονται από τα ηχεία και μπόλικες εναλλαγές φωτός και σκοταδιού διερχόμενων αυτοκινήτων διασχίζει ο Σασυφής τη νύχτα τούτη. Ενδοσκοπική διάθεση εξαϋλωμένη από την άπνευστη ζέστη κλειστού δωματίου' τα παντζούρια ανοιχτά αλλά τα τζάμια κλειστά. Ηθελημένη κατάσταση οριακής αποπληξίας. Και στο σημείο μηδέν της ασφυξίας, επιδρομή στο ψυγείο, χυμός ανανά και μπόλικο αλκοόλ' αθωούτσικη βότκα 50 βαθμών να ταιριάζει με τη θερμοκρασία του χώρου. Με κάθε ανανέωση μετατρέπεται το σαλόνι ολοένα και πιο πολύ σε θάλασσα, θαλασσάκι κι ο Σασυφής στο ίδιο σταυροδρόμι που φέρνει ένα αλμυρό αεράκι βγαλμένο από τα κατάβαθα της σκέψης του. Στερεοσκοπικές εικόνες έρχονται και φεύγουν από το μυαλό του, εικόνες κολάζ με μπερδεμένες πινελιές κι ανάμεσα κάποια λογάκια που του μιλάνε σιγανά, ψιθυριστά. Μονότονα στιχάκια από χάι κου μικρά, κοφτά, μεγάλες γουλιές, απύθμενη δίψα, ένα διοπτροφόρο φάντασμα περνά ξυστά από δίπλα του, τον επιπλήττει μα κείνος τίποτα δεν ακούει παρά μόνο μαζεύει τα κουράγια που δεν έχει και πάει με ασταθή βήματα στο ψυγείο. Παίρνει την γυάλινη κανάτα με το νερό και την ακουμπά στο πρόσωπό του. Θα μπορούσε ίσως να την πάρει αγκαλιά και να χορέψουν ένα βαλς αλλά του φαίνεται δύσκολο το εγχείρημα' η σκέψη φτάνει. Και συνεχίζει με φρενήρη ρυθμό αλλάζοντας μουσικές και διαθέσεις, καταναλώνοντας τον εαυτό του τον ίδιο προσπαθώντας να εξαντλήσει το θυμητικό του και να βρει μια πρόσκαιρη μακαριότητα. Τροπικό κλίμα. Που να ναι η βροχή; Βραχνή φωνή ενός γάτου πλησιάζει, τον καλεί, μπαίνει στο σαλόνι,  τον κοιτά με τα μεγάλα παραμυθένια μάτια του, κάτι του ζητά. Έρχεται κοντά του για λίγο, ένα αφηρημένο χάδι να πάρει και μετά με το Σασυφή μαζί πάνε στην κουζίνα. Λίγη ξηρή τροφή και νεράκι. Τέλειωσε ο ανανάς, έμεινε η βότκα. Έμεινε η επιθυμία. Απροσδιόριστη πια. Ώρα ν ανοίξουν τα παράθυρα. Ένα στρίγγλικο μηχανάκι του αποσπά την προσοχή για λίγο. Δροσερή η νύχτα, μισοφέγγαρο -γεια σου φεγγάρι. Ένας θεριός μαύρος σκύλος περνά μπρος απ τη βεράντα αλλά δεν μπαίνει στην αυλή. Γυρνά ο Σασυφής και ξαπλώνει στο ανάκλιντρο. Δεν θέλει να πάει απάνω στο υπνοδωμάτιο. Είναι πολύ άδειο, σήμερα του φαίνεται πολύ άδειο, πολύ μεγάλο το κρεββάτι, πολύ μακρύς ο δρόμος. Ξαπλώνει κι αφουγκράζεται αυτήν την εξωτική ατμόσφαιρα διαμορφωμένη για άλλων ανθρώπων τις ανάγκες που τώρα όμως είναι η δική του πραγματικότητα. Πραγματικότητα... Χαμηλώνει τη μουσική, μια κάφτρα στο σκοτάδι, μια γουλιά υγρό φιλί που καίει, νύχτα ακόμη. 



4 σχόλια:

  1. Το αλκοόλ ανεβάζει τη θερμοκρασία της μνήμης Σασυφή, ως εκ τούτου απαιτείται μέτρο και προσοχή...

    [Αν και Δ.Υ. Πέτρο, τρέχω , από πρωίας έως τη νύχτα αργά, είναι και οι άυλοι τίτλοι των χρεών, κόντρα στο πνεύμα των εγωιστικών εποχών...]

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. και ξυπνάς και σε μια χάλια κατάσταση...
    καλημέρα, πάω για ντους!
    ουφ, μάκια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Και προχωρεί σιγά-σιγά το μυθιστόρημα. Κι όσο για το όνομα.. Πανέξυπνο! Καλό απόγευμα (κι ας γράφει ο Ν κανένα post, όλο ξεχνώ πως έκλεισε για διακοπές).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Γεια σου Δάφνη, Δάφνη, Δάφνη, Δάφνη!!
    Τι να κάνεις μ αυτές τις ζέστες! απελπισία!
    Σεις έχετε αεράκι τουλάχιστον;
    Θα δώσω στον Νάση τα ΙΑΠΩΝΙΚΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΤΣΑΓΙΟΥ το τελευταίο, τ άλλα δύο τα χάρισα ήδη και θα τα πούμε τηλεφωνικώς να μου στείλεις κι άλλα.
    Δε φαντάζομαι να σου τελείωσαν!
    μάκια, σνιφ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή