...και του άρεσε πολύ να πετάει δώρα μέσα απ' τα παράθυρα...
Στις 19 Δεκεμβρίου η ζωγραφιά στο μαγικό χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο έδειχνε ένα παράξενο γέρο, έναν Νιλς, απ' αυτούς που στη Νορβηγία φέρνουν τα δώρα τα χριστουγεννιάτικα στα παιδια. Ένα πνεύμα των Χριστουγέννων. Είχε μακριά άσπρα μαλλιά και γένια και φορούσε κόκκινο μανδύα και κόκκινο μυτερό σκουφί. Στο στήθος του είχε περασμένο ένα μεγάλο ασημένιο σταυρό στολισμένο μ' ένα κόκκινο πετράδι.
Η μαμά διάβασε τη συνέχεια της ιστορίας απ' το χαρτάκι που έπεσε απ' το μαγικό χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο.
Μελχιώρ
Μια μικρή πομπή διέσχιζε με βιάση τη Μικρά Ασία κατά τα τέλη του τέταρτου αιώνα. Ταξίδευαν κατά μήκος της οροσειράς της Φρυγίας. Πέρασαν από μερικές λίμνες τόσο αλμυρές, ώστε τα πουλιά στέκονταν στην επιφάνεια του νερού. Στο ταξίδι τους συνάντησαν αρκούδες, λύκους και τσακάλια. Μα όποτε κάποιο απ' τ' αγρίμια έκανε να 'ρθει προς το μέρος τους, εκείνοι παραμέριζαν μια δυο βδομάδες και τ' απέφευγαν.
Σκαρφάλωσαν στις απότομες πλαγιές των βουνών της Παμφυλίας, που απλώνονται απ' την ανατολή ως τη δύση κατά μήκος της ακτής της Μεσογείου. Κι εκεί που 'χαν φτάσει κάμποσες χιλιάδες μέτρα πάνω απ' την επιφάνεια της θάλασσα είδαν μια παράξενη πρασινοντυμένη μορφή. Ήταν ένας ψηλός άντρας που στεκόταν σα ζωντανή πινακίδα στο σταυροδρόμι, εκεί ακριβώς που άρχιζε ο δρόμος να κατεβαίνει προς τη Μεσόγειο.
Ο Κάσπαρ κι ο Βαλτάσαρ βάλθηκαν να κουνούν σαν τρελοί τα χέρια τους, όταν τον είδαν. Και προσπάθησαν να τρέξουν πιο γρήγορα, προσπερνώντας τα πρόβατα.
"Ποιος είναι;" ρώτησε η Ελίσαμπετ.
"Θα 'ναι σίγουρα κάποιος δικός μας", είπε ο Εφιριήλ.
Ο ξένος σηκώθηκε και περίμενε με ανοιχτές αγκάλες τον Κάσπαρ και το Βαλτάσαρ.
"Ο κύκλος έκλεισε", ανήγγειλε μ' επισημότητα.
Η Ελίσαμπετ δεν κατάλαβε τί ήθελε να πει, μα ο ξένος την πλησίασε αμέσως μετά και τη χαιρέτισε με μεγάλη ευγένεια.
"Καλώς ήρθατε στην Παμφυλία", είπε. "Το όνομά μου είναι Μελχιώρ και είμαι ο τρίτος Μάγος βασιλιάς της Εγρίσκουλας".
Τότε η Ελίσαμπετ κατάλαβε τί εννοούσε με το κλείσιμο του κύκλου: πως είχαν πια μαζευτεί κι οι τρεις Μάγοι απ' την Ανατολή.
"Έχετε πολύ παράξενα ονόματα", είπε. "Είστε Μάγοι, βασιλιάδες απ' την Ανατολή και σας λένε Κάσπαρ, Βαλτάσαρ και Μελχιώρ".
Ο Μελχιώρ χαμογέλασε πλατιά.
"Έχουμε κι άλλα ονόματα, ακόμα πιο παράξενα. Στα ελληνικά κάποια εποχή μας έλεγαν και Βιθισαρεά, Γαθασπά και Σαχαρίν. Μερικοί μας λένε Σοφούς. άλλα δεν μας πειράζει, όπως και να μας λένε. Είμαστε κομμάτι αυτής της ιστορίας κι αντιπροσωπεύουμε όλους τους ανθρώπους του κόσμου που δεν μπορούν να έρθουν στους Αγίους Τόπους".
Η Ελίσαμπετ σήκωσε τα μάτια της και κοίταξε τον άγγελο Εφιριήλ. Ο άγγελος κούνησε το κεφάλι του, σα να 'θελε να της πει πως ναι, ήταν όλα αλήθεια.
"Έτσι είναι".
"Και βέβαια έτσι είναι. Εμείς δε λέμε ψέμματα", συνέχισε ο Μελχιώρ. "Δε θα 'μαστε Μάγοι και Σοφοί και Βασιλιάδες, αν λέγαμε ψέματα. Δε θα 'μαστε στ' αλήθεια σοφοί, αν λέγαμε ψέματα. Μόνο στα ψέματα".
Ήταν τόσο αστείος, όταν μιλούσε, που η Ελίσαμπετ δεν μπορούσε να κρατήσει τα γέλια της. Μα εκείνος δεν είχε τελειώσει ακόμα.
"Και σε πληροφορώ ότι όλα τα ονόματα μας ταιριάζουν γάντι. Νομίζεις ότι θα με έλεγαν Μελχιώρ, αν δεν τρελαινόμουν για το μέλι; Ή θα με έβγαζαν ποτέ Σαχαρίν, αν δεν μου άρεζε τόσο η ζάχαρη; Με λίγα λόγια είμαι πάντα χαρούμενος κι ευχαριστημένος, που με το ζόρι κρατιέμαι να μην τραγουδάω και να μη χορεύω όλη την ώρα. Και τις παραμονές των Χριστουγέννων είμαι ακόμα πιο ευχαριστημένος κι ακόμα πιο χαρούμενος. Γιατί τα Χριστούγεννα γεννιέται ο Χριστός".
"Εντάξει, φτάνει", είπε ο Ωσηέ χτυπώντας μια πέτρα με το ραβδί του. "Τώρα πάμε να φύγουμε! Εμπρός για τη Βηθλεέμ!".
Μα ο Μελχιώρ δεν ήταν απ' αυτούς που έκλειναν εύκολα τα στόμα τους: "Πρώτα πρέπει να χαιρετίσουμε τον Νιλς, το πνεύμα των Χριστουγέννων. Εδώ δίπλα μένει".
Κι ευθύς άρχισαν να τρέχουν κατηφορίζοντας τις απότομες πλαγιές των βουνών προς τη Μεσόγειο θάλασσα. Τρέχοντας η Ελίσαμπετ ρώτησε: "Αλήθεια είπε πως θα χαιρετίσουμε το πνεύμα των Χριστουγέννων;".
Ο Εφιριήλ της έδειξε τότε μια πόλη, κάτω στους πρόποδες του βουνού. Λίγο πιο πίσω, στο βάθος, είχε φανεί η Μεσόγειος.
"Είμαστε τώρα στα 322 μ.Χ. Την πόλη την λένε Μύρα. Από δω πέρασε ο Παύλος πηγαίνοντας στη Ρώμη, για να κηρύξει το λόγο του Χριστού στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Ίδρυσε κι εδώ μια χριστιανική κοινότητα".
"Δεν καταλαβαίνω τί σχέση έχουν όλα αυτά με το πνεύμα των Χριστουγέννων".
Ο άγγελος, όμως, συνέχισε. "200 χρόνια μετά την επίσκεψη του Παύλου στη Μύρα, γεννήθηκε εδώ ένα αγόρι, που το έλεγαν Νικόλαο. Οι γονείς του ήταν χριστιανοί. Όταν μεγάλωσε ο Νικόλαος, έγινε επίσκοπος Μύρων. Στην πόλη τότε ζούσε κι ένα κοριτσάκι πολύ φτωχό. Ο πατέρας του είχε χάσει ό,τι είχε και δεν είχε. Το κορίτσι ήθελε να παντρευτεί, αλλά δεν μπορούσε, γιατί δεν είχε καθόλου προίκα. Ο επίσκοπος Νικόλαος, απ' την άλλη, ήθελε να βοηθήσει το κορίτσι. Ήξερε, όμως, πως η οικογένεια του κοριτσιού ήταν περήφανη και δε θα δεχόταν χρήματα".
"Γιατί δεν έβαζε μερικά χρήματα στο λογαριασμό του πατέρα της στην τράπεζα, χωρίς να της πει τίποτα;" ρώτησε η Ελίσαμπετ.
"Δίκιο έχεις", συμφώνησε ο άγγελος. "Αλλά την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν τράπεζες. Ο Νικόλαος, πάντως, σκέφτηκε κάτι. Τρύπωσε τη νύχτα στα κρυφά και πέταξε ένα σακούλι με χρυσά φλουριά μέσα απ' το ανοιχτό παράθυρό τους. Κι έτσι το κορίτσι απέκτησε προίκα και μπόρεσε να παντρευτεί".
"Πολύ ευγενικό εκ μέρους του".
"Και δε σταμάτησε εκεί. Του άρεσε τόσο πολύ να πετάει δώρα μέσα απ' τα παράθυρα, που συνέχισε να το κάνει, όταν έβρισκε την ευκαιρία. Όταν πέθανε, όλος ο κόσμος μιλούσε γι αυτόν με αγάπη και σεβασμό. Τ όνομά του έγινε θρύλος. Αργότερα έγινε άγιος. Και η φήμη του έφτασε ως τα πέρατα της γης. Αυτός είναι ο Σάντα Κλάους, που μοιράζει δώρα κάθε Χριστούγεννα σε πολλές χώρες του κόσμου. Σε κάθε μέρος παρουσιάζεται μ' αλλιώτικο όνομα. Στη Νορβηγία τον λένε Νιλς, πνεύμα των Χριστουγέννων. Στην Ελλάδα τον λένε Άγιο Βασίλη κι έρχεται λίγες μέρες αργότερα, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Είναι όμως ο ίδιος άγιος και κάνει παντού την ίδια δουλειά: μοιράζει δώρα".
"Μήπως έχει κόκκινα ρούχα, μακριά άσπρα γένια και κόκκινο σκουφί;"
"Περίμενε και θα δεις", είπε ο άγγελος Εθριήλ.
Ο ήλιος δεν είχε ανατείλει ακόμα, όταν σταμάτησαν μπροστά σε μια χαμηλή, μικρή εκκλησία στη Μύρα.
Αμέσως η πόρτα άνοιξε και βγήκε ένας μεγαλόπρεπος άντρας με κόκκινο, μακρύ μανδύα, άσπρη γενειάδα και κόκκινο σκουφί. Στο λαιμό του φορούσε ένα μεγάλο ασημένιο σταυρό στολισμένο με κόκκινο πετράδι. Έμοιαζε στ' αλήθεια με το Νιλς, το πνεύμα των Χριστουγέννων, αλλά δεν ήταν ακριβώς όπως τον ήξερε η Ελίσαμπετ. Ο Εφιριήλ, όμως, της ψιθύρισε στο αυτί πως είχαν περάσει μόλις 325 χρόνια απ τη γέννηση του Χριστού κι ο άντρας ήταν ντυμένος σαν τους επισκόπους της εποχής εκείνης. Πέρασε πολύς καιρός πριν η κόκκινη φορεσιά δώσει τη θέση της στα μαύρα ράσα, που άρχισαν να φορούν αργότερα οι ιερωμένοι σε πολλά μέρη του κόσμου.
"Είναι ο επίσκοπος Μύρων Νικόλαος", είπε σιγανά ο άγγελος.
Η Ελίσαμπετ τότε είχε μια ιδέα. "Η Μύρα έχει καμιά σχέση με το μύρο;"
"Σωστή παρατήρηση", είπε χαμογελώντας ο άγγελος. "Γιατί το μύρο ήταν ένα από τα τρία δώρα που έφεραν οι Μάγοι στο μικρό Χριστούλη. Και γι αυτό έγινε έθιμο ν' ανταλλάζουμε δώρα τα Χριστούγεννα: επειδή οι τρεις Μάγοι έφεραν δώρα στο νεογέννητο Σωτήρα. Και χάρη στη γενναιοδωρία του επισκόπου Νικολάου, φυσικά".
Στα χέρια του ο άντρας με τα κόκκινα κρατούσε τρεις ξύλινες κασετίνες. Και περπατώντας με αργά, επίσημα βήματα πλησίασε τους Τρεις Μάγους, υποκλίθηκε βαθιά κι έδωσε από μια κασετίνα στον καθένα τους. Η κασετίνα του Κάσπερ ήταν γεμάτη λαμπερά χρυσά φλουριά. Η κασετίνα του Βαλτάσαρ είχε μέσα λιβάνι. Κι η κασετίνα του Μελχιώρ είχε μύρο.
"Πηγαίνουμε στη Βηθλεέμ", είπε ο Κάσπαρ.
Ο επίσκοπος Νικόλαος γέλασε με την καρδιά του, γέλασε τόσο, που η άσπρη γενειάδα του ταρακουνήθηκε δυνατά.
"Χο χο! Τότε πρέπει να πάρετε μαζί σας μερικά δωράκια για το μικρό Χριστούλη στη φάτνη. Πρέπει να το κάνετε! Δε γίνεται αλλιώς. Χο χο!".
Το πρώτο πράγμα, που έκανε η Ελίσαμπετ, όταν βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο μ' έναν αληθινό Νιλς, μ' ένα αληθινό πνεύμα των Χριστουγέννων, ήταν να τρέξει κοντά του και να χαϊδέψει την κόκκινη φορεσιά του. Εκείνος τότε έσκυψε, την πήρε στα χέρια του και τη σήκωσε στην αγκαλιά του. Η Ελίσαμπετ τότε του τράβηξε σιγανά τα γένια, για να σιγουρευτεί πως ήταν αληθινά. Και πράγματι ήταν.
"Γιατί είσαι τόσο καλός;" ρώτησε.
"Χο χο!" γέλασε πάλι ο άντρας. "Όσα περισσότερα δίνουμε στους άλλους, τόσο πλουσιότεροι γινόμαστε. Κι όσα περισσότερα κρατάμε για τον εαυτό μας, τόσο φτωχότεροι γινόμαστε. Αυτό είναι το μυστήριο της γενναιοδωρίας. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Αλλά αυτό είναι και το μυστήριο της φτώχειας".
Ο άγγελος Ουμουριήλ χτύπησε τα χέρια του. "Ωραία τα 'πες, επίσκοπε!".
Κι ο επίσκοπος Νικόλαος συνέχισε: "Όλοι αυτοί που μαζεύουν θησαυρούς στη γη, θα 'ναι μια μέρα πιο φτωχοί απ' τους φτωχούς. Μα όσοι δίνουν απλόχερα απ' το έχειν τους θα γίνουν πλούσιοι και ποτέ δε θα υποφέρουν απ' την ανέχεια. Κι εκτός απ' αυτό, θα το 'χουν διασκεδάσει αφάνταστα. Χο χο! Γιατί η μεγαλύτερη διασκέδαση στη γη είναι η γενναιοδωρία".
"Καλά όλα αυτά", είπε η Ελίσαμπετ. Αλλά για να δώσεις κάτι πρέπει κάτι να έχεις".
Σαν τ' άκουσε αυτό, ο καλόκαρδος επίσκοπος έβαλε τέτοια γέλια, που ταρακουνήθηκε όλο του το κορμί. Η Ελίσαμπετ ζαλίστηκε σχεδόν, έτσι όπως καθόταν κουρνιασμένη στην αγκαλιά του.
'Μπα, κάθε άλλο!" της είπε, όταν κατάφερε να σταματήσει το γέλιο. "Δε χρειάζεται να 'χεις τίποτα απολύτως, για να νιώσεις τη γενναιοδωρία να σου γαργαλάει τα δάχτυλα. Ένα τόσο δα χαμόγελο φτάνει και περισσεύει. Ή κάτι που το 'χεις φτιάξει μόνος σου".
Και μ' αυτά τα λόγια άφησε ξανά την Ελίσαμπετ στο κατώφλι της εκκλησίας, που ήταν στολισμένο με ψηφιδωτά.
Ο Ωσηέ χτύπησε το ραβδί του στο χώμα.
"Εμπρός για τη Βηθλεέμ! Εμπρός! Εμπρός!".
Έτσι ξεκίνησαν. Και τα γέλια του επισκόπου Νικόλαου έσβηναν σιγά σιγά, καθώς ξεμάκραιναν απ'΄την πλατεία της εκκλησίας.
"Χο χο! Χο χο! Χο χο!".
Η μαμά σήκωσε τα μάτια της απ' το χαρτί κι έβαλε τα γέλια. Το γέλιο είναι κολλητιικο κι όταν ο Γιόακιμ άρχισε να χαχανίζει, ο μπαμπάς δεν άντεξε άλλο και ξέσπασε κι αυτός σε γέλια. Έτσι βρέθηκαν κι οι τρεις τους να γελούν σαν τρελοί, μέσα στο δωμάτιο του Γιόακιμ.
Στο τέλος η μαμά είπε: "Μου φαίνεται ότι το γέλιο είναι σαν τ' αγριολούλουδα. Είναι κι αυτό σταλαγματιά απ' τη δόξα των ουρανών, που ξεχείλισε κι έπεσε στη γη. Μόνο που γρήγορα σκορπίζουν αυτά τα πράγματ".
Πριν καλά καλά τελειώσει η μαμά το διάβασμα, ο μπαμπάς σηκώθηκε κι έφερε τον άτλαντα με τους ιστορικούς χάρτες.
"Τα ονόματα είναι γραμμένα", είπε. "Ο Παύλος πράγματι πέρασε από μια μικρή πόλη που την έλεγαν Μύρα, στο δρόμο απ' τα Ιεροσόλυμα για τη Ρώμη".
"Μπορεί η Ελίσαμπετ της φωτογραφίας ν' ακολούθησε την ίδια ακριβώς διαδρομή", είπε ο Γιόακιμ. 'Αφού κι εκείνη πήγε στη Ρώμη".
"Κι είχε κι εκείνη έναν ασημένιο σταυρό στολισμένο μ' ένα κόκκινο πετράδι", πρόσθεσε η μαμά. "Σαν το πνεύμα των Χριστουγέννων".
Ο μπαμπάς γέλασε. Κι ύστερα πήγε στο σαλόνι, να πάρει κάποιο τόμο της εγκυκλοπαίδειας. Όταν βρήκε αυτό που έψαχνε, ανέβηκε ξανά τις σκάλες διαβάζοντας.
"Πολύ σωστά όλα όσα διαβάσαμε για τον επίσκοπο Μύρων. Αυτός ήταν ο πρώτος Σάντα Κλάους, ο πρώτος Άγιος Βασίλης στον κόσμο".
"Η ιστορία, λοιπόν, είναι γεμάτη παράξενες συμπτώσεις κι αλλόκοτες διασυνδέσεις", είπε η μαμά. "Λες κι ένα σωρό μικρά πνεύματα των Χριστουγέννων χοροπηδούν και τρέχουν απ' τον ένα αιώνα στον άλλο μοιράζοντας δώρα".
καλη βδομαδα.. :) χειμωνιάτικη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπ' τα παράθυρα, στα παράθυρα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΧο, χο, χο!
καλημέρα μπλούζ μου,καλή εβδομάδα,φιλάκια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕχώ μια απορία ρε συ Σάμυ: τι πίνεις και δεν μας δίνεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαγευτικό και ταξιδιάρικο το κείμενό σου, όπως και τα Χριστούγεννα! Το κλίμα και το πνεύμα των Χριστουγέννων φέτος μάλλον ξεχάστηκε κάπου...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα!
χο χο χο!
ΑπάντησηΔιαγραφή@ iLiAs βδομάδα βροχερή...
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Christina
καλό είναι και το ταχυδρομείο!!
@ c μικράκι
καλή μας εβδομάδα.
@τί εννοείς Ασκαρδαμυκτί;
μήπως θες να πεις κάτι για τον συγγραφέα του βιβλίου;
@ Χρυσάνθη
συν Αθηνά και χείρα κίνει!
@Dark13Sun
Θα 'ρθεις απ' την καμινάδα;;;
καλό βράδυ σε όλους!!
Άντε μια ανάσα και φτάσανε! Να αποκαλυφθεί και το μυστήριο :)
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Lyriel
ΑπάντησηΔιαγραφήνα πω αλήθεια, κρατιέμαι να μην το διαβάσω!
αλλά εκεί είναι η αξία.
κάθε μέρα τη μέρα της.
καλό βράδυ, φιλιά.
βρε μπας κι είσαι εσύ το "πνεύμα των Χριστουγέννων";
ΑπάντησηΔιαγραφή