...κάτι έπεσε ξάφνου απ' τον ουρανό...
Την Κυριακή, στις 20 Δεκεμβρίου, ο Γιόακιμ ξύπνησε απ' το θόρυβο που έκανε το ξυπνητήρι στο δωμάτιο της μαμάς και του μπαμπά. Τις Κυριακές ποτέ δεν έβαζαν το ξυπνητήρι. Ο Γιόακιμ κατάλαβε πως φοβούνταν μήπως ξυπνήσει εκείνος πρώτος και ανοίξει το μαγικό χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο χωρίς να τους περιμένει. Την επόμενη στιγμή, πάντως, βρέθηκαν κι οι δύο καθισμένοι στο κρεβάτι του, στις συνηθισμένες τους θέσεις.
"Εμπρός, λοιπόν", έδωσε το σύνθημα ο μπαμπάς.
Ο Γιόακιμ άνοιξε τότε το παραθυράκι με τον αριθμό 20. Ήταν η εικόνα ενός άντρα γονατιστού στο χώμα, που κοίταζε μια δυνατή λάμψη ψηλά στον ουρανό.
"Τί παραξενη ζωγραφιά", είπε η μαμά.
Ο μπαμπάς, όμως, βιαζόταν. "Ας αρχίσουμε να διαβάζουμε", είπε. Κι εκείνη την ημέρα ήταν η σειρά του ν' ανοίξει το χαρτί και να διαβάσει τη συνέχεια της ιστορίας.
Χερουβιήλ
Η μικρή συντροφιά προχωρούσε στη Μικρά Ασία. Τον τρίτο αιώνα διέσχισαν τρέχοντας την Παμφυλία και την Κιλικία στα νότια των ψηλών βουνών του ταύρου. Πέρασαν ποτάμια, περιβόλια, οροπέδια. Σκαρφάλωσαν σε απόκρημνες πλαγιές όλο βράχια και σπηλιές. Περπάτησαν σε ακρογιαλιές όλο ψιλή άμμο. Είδαν ρωμαϊκές πόλεις, όπως η Αττάλεια, η Σελεύκεια και η Ταρσός. Στην Ταρσό, μάλιστα, σταμάτησαν κι έριξαν μια γρήγορη ματιά στην πόλη. Ο Εφιριήλ τους είπε ότι σ' αυτήν την πόλη είχε γεννηθεί ο απόστολος Παύλος.
Είδαν ακόμα ρωμαϊκά θέατρα, στάδια, λιμάνια, αψίδες θριάμβου και ναούς. Αραιά και πού έβλεπαν κάποιο ναό, που θα μπορούσε να είναι χριστιανικός. Η διαδρομή τους είχε σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να παίρνουν όσο το δυνατόν απαρατήρητοι. Τους πήρε έναν ολόκληρο αιώνα να διασχίσουν την περιοχή. Αλλά δεν περνούσαν από κατοικημένα μέρη παρά μόνο το γκρίζο χάραμα, την ώρα που οι άνθρωποι δεν είχαν ξυπνήσει ακόμα. Μερικές φορές τρόμαξαν άθελά τους κάποιο νυχτοφύλακα ή κάποιο ψαρά, που είχε σηκωθεί νωρίς κι ετοίμαζε τα δίχτυα του. Τότε βιάζονταν να προχωρήσουν πιο κάτω, αφήνοντας το δύστυχο άντρα να τρίβει τα μάτια του και ν' αναρωτιέται. Κάποτε κάποτε, όμως, ο άγγελος Ουμουριήλ πλησίαζε τον κατατρομαγμένο άντρα και του 'λεγε να μη φοβάται.
Γιατί οι άνθρωποι δεν συναντιούνται συχνά με τους αγγέλους του Κυρίου. Κι ακόμα τις σπάνιες φορές που βλέπουν κάποιον, η συνάντηση δεν κρατάει πάνω από ένα δυο δευ6τερόλεπτα/ Έτσι συχνά πιστεύουν ότι είχαν οράματα, ιδίως οι καημένοι οι νυχτοφύλακες, που δεν έχουν κλείσει μάτι όλη νύχτα και νυστάζουν.
Η μυστηριώδης συντροφιά έφτασε στον κόλπο της Αλεξανδρέτας, στην άκρη της Μεσογείου. Απ' το σημείο εκείνο ο δρόμος για τη Βηθλεέμ προχωρούσε νότια κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Μεσογείου. Φτάνοντας στη συριακή πόλη της Αντιόχειας σταμάτησαν μπροστά στις πύλες της.
"Είμαστε στο 238 μ.Χ.", είπε ο Εφιριήλ. "Από δω ξεκίνησε ως απόστολος τα πρώτα του ταξίδια ο Παύλος. Και πρέπει να θυμόμαστε ότι η λέξη "χριστιανός" ακούστηκε για πρώτη φορά στην Αντιόχεια",
"Κι οι μαθητές του Χριστού; Δεν ήταν χριστιανοί;" ρώτησε η Ελίσαμπετ.
"Και ναι και όχι", αποκρίθηκε ο Εφιριήλ. "Οι πρώτοι χριστιανοί, βλέπεις, δεν ονόμαζαν έτσι τους εαυτούς τους. Η λέξη "χριστιανός" χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σ' αυτή εδώ την πόλη. Μέχρι τότε οι χριστιανοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους Εβραίους. Εβραίος ήταν κι ο Παύλος. Αλλά στα ταξίδια του διαπίστωσε ότι στο Χριστό μπορούσαν να πιστέψουν κι οι Ρωμαίοι κι οι Έλληνες. Ο Παύλος, λοιπόν, σκέφτηκε ότι δεν ήταν ανάγκη ν' ασπαστούν πρώτα την εβραϊκή θρησκεία. Μπορούσαν να πιστέψουν κατευθείαν στο Χριστό. Ούτε είχαν την υποχρέωση να σεβαστούν τους αρχαίους νόμους του Μωυσή. Γιατί ο Χρίστος δεν μίλησε μόνο στους Εβραίους. Μίλησε σ' όλους τους λαούς του κόσμου".
Οι τρεις Μάγοι πλησίασαν τον Εφιριήλ.
"Είμαστε σοφοί απ' τα βάθη της Ανατολής", είπε ο Κάσπαρ. "Είμαστε βασιλιάδες της Νουβίας, των Σαβαίων και της Εγρίσκουλας. Κανείς από μας δεν έχει ούτε σταγόνα εβραϊκό αίμα στις φλέβες του. Κι όμως! Είμαστε οι πρώτοι που ήρθαν να καλωσορίσουμε το μικρό Χριστό στη γη".
Ο Ωσηέ χτύπησε το ραβδί του στις πέτρες τείχους.
"Μην αργείτε!" φώναξε. "Πάμε για τη Βηθλεέμ!".
Κι οι προσκυνητές συνέχισαν το δρόμο τους για τη Δαμασκό, την πρώτευσα της Συρίας.
Μετά από λίγο, όμως, ο Εφιριήλ τους φώναξε να σταματήσουν. Βρίσκονταν σ' ένα έρημο μέρος, πάνω στον αρχαίο ρωμαϊκό δρόμο που διέσχιζε τη Δυρία.
"Εδώ είναι", είπε ο Εφιριήλ δείχνοντας μια κατακόκκινη παπαρούνα στην άκρη του δρόμου. "Είμαστε στο 235 μ.Χ. και200 χρόνια νωρίτερα ένα θαύμα συνέβη ακριβώς εδώ. Ένα θαύμα, που αποδείχτηκε πολύ σημαντικό για την ιστορία όλου του κόσμου".
Οι τρεις Μάγοι παρατάχθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλο κι υποκλίθηκαν επίσημα. Και για να δείξει πως συμφωνούσε, ο αυτοκράτορας Αύγουστος έμπηξε το σκήπτρο του στο σημείο που τους είχε δείξει ο άγγελος.
Οι τέσσερις βοσκοί προσπάθησαν να μαζέψουν τα πρόβατα γύρω απ' το σκήπτρο του αυτοκράτορα. Η χρυσή σφαίρα στην κορυφή του έλαμπε σαν μικρός ήλιος. Ο Κυρήνιος κοίταξε ολόγυρα και είπε: "Τί καλά που είναι να γυρίζει κανείς στην πατρίδα του. Τώρα δεν απέχουμε παρά ελάχιστους αιώνες από τότε που ήμουν έπαρχος Συρίας, Ντίξι!".
"Συγνώμη που ρωτάω έτσι", είπε η Ελίσαμπετ, "φαίνεται, όμως, πως μόνο εγώ δεν κατάλαβα για ποιο πράγμα μιλάτε. Τί εγινε εδώ; Δεν είναι εδώ η Βηθλεέμ! Δε φαντάζομαι να γεννήθηκε εδώ ο Χριστός;".
Ο Εφιριήλ γέλασε.
"Το 35 μ.Χ. ένας Εβραίος απ' την Ταρσό της Μικράς Ασίας ταξίδευε πηγαίνοντας προς τη Δαμασκό. Το ρωμαϊκό του όνομα ήταν Παύλος, μα το εβραϊκό του όνομα ήταν Σαούλ. Στα νιάτα του είχε ζήσει κάμποσα χρόνια στα Ιεροσόλυμα μελετώντας τα αρχαία εβραϊκά κείμενα. Μπορεί και να συναντήθηκε και με το Χριστό εκεί. Μπορεί και να Τον άκουσε να διδάσκει. Ο Παύλος, όμως, ήταν Φαρισαίος κι οι Φαρισαίοι πίστευαν ότι οι άνθρωποι δεν είχαν καμιά δουλειά να ψάχνουν το Θεό κι ότι έπρεπέ ν' ακολουθούν το Μωσαϊκό Νόμο. Ήταν, λοιπόν, ένας απ' τους πιο φανατικούς διώκτες των χριστιανών. Βοηθούσε να τους συλλάβουν και να τους ρίξουν στη φυλακή. Συμμετείχε μάλιστα και στην εκτέλεση του Αγίου Στεφάνου".
"Ε, ήταν μεγάλος βλάκας", είπε η Ελίσαμπετ.
Ο Εφιριήλ κι οι άλλοι κούνησαν τα κεφάλια τους συμφωνώντας. Κι ο άγγελος συνέχισε: "Μα πηγαίνοντας στη Δανασκό για να οργανώσει εκεί τους διωγμούς τβν χριστιανών, του συνέβη κάτι παράξενο. Ξάφνου μια λάμψη φώτισε τους ουρανούς κι ο Παύλος άκουσε μια φωνή να λέει: "Σαούλ, Σαούλ! Γιατί με καταδιώκεις;" Ο Παύλος τα 'χε. "Ποιος συ σαι και μου μιλάς;" ρώτησε. Κι η απάντηση ήρθε τρομερή: "Είμαι ο Χριστός, που καταδιώκεις ασταμάτητα. Σήκω και πήγαινε στην πόλη κι εκεί θα μάθεις τί πρέπει να κάνεις". Ο Παύλος κι ι άντρες της ακολουθίας του είχαν μείνει άναυδοι. Είχαν όλοι τους ακούσει τη φωνή, αλλά κανείς δεν είχε δει τίποτα. Μόνο μια λάμψη στον ουρανό.
"Έτσι ακριβώς έγινε", είπε ο Ουμουριήλ. "Και η φωνή δεν τους είπε καν : "Μη φοβάστε!" ",
"Ο Παύλος πήγε στη Δαμασκό, έγινε χριστιανός και πριν περάσει πολύς καιρός ξεκίνησε, πρώτος αυτός, να κηρύξει στα υπόλοιπα έθνη το λόγο του Χριστού. Ο Παύλος ήταν Ρωμαίος πολίτης, μιλούσε ελληνικά κι αραμαϊκά , που ήταν η γλώσσα του Χριστού. Κι ήξερε να διαβάζει το Μωσαϊκό Νόμο. Τέσσερα ταξίδια έκανε, για να κηρύξει το λόγο του Κυρίου. Και μίλησε για το Χριστό στη Συρία, στη Μικρά Ασία, στην Ελλάδα και στη Ρώμη".
Κι ενώ ο Εφιριήλ μιλούσε, κάτι έπεσε ξάφνου απ' τον ουρανό.Όλα έγιναν τόσο γρήγορα, που η Ελίσαμπετ δεν πρόλαβε ούτε να πισωπατήσει τρομαγμένη. Στην αρχή σκέφτηκε πως ήταν πουλί' πουλί, που είχε ξεχάσει να χτυπήσει τις φτερούγες του κι είχε πέσει στο χώμα. Αλλά την ίδια κι όλας στιγμή κατάλαβε πως ένας ακόμα άγγελος στεκόταν μπροστά της.
"Μη φοβάσαι", είπε ο άγγελος. "Είμαι ο Χερουβιήλ και θα σας συνοδέψω στο τελευταίο κομμάτι του ταξιδιού σας, ως τη Βηθλεέμ".
Ο αυτοκράτορας Αύγουστος πήρε το σκήπτρο του, που το 'χε μπήξει στο χώμα εκεί ακριβώς όπου ο Παύλος είχε ακούσει τη φωνή του Κυρίου απ' τα ουράνια. Οι βοσκοί τσίγκλισαν λιγάκι τα πρόβατα να ξεκινήσουν. Κι ο Ωσηέ φώναξε: "Εμπρός, τώρα! Για τη Βηθλεέμ!".
Ο μπαμπάς άφησε το χαρτί στο κρεβάτι. "Απίστευτο!" είπε.
Κι ανοίγοντας τον άτλαντα έψαξε να βρει το χάρτη της περιοχής, όπως ήταν τον τρίτο αιώνα μ. Χ. Τότε επανέλαβε όλα τα ονόματα δείχνοντας τα μέρη στο χάρτη. Ήταν σα να τραγουδούσε: "Παμφυλία, Κιλικία, Ατταέια, Σελευκια, Ταρσός και Αντιόχεια".
Μια κι ήταν Κυριακή, είχαν όλον τον καιρό δικό τους. Τις ετοιμασίες για τα Χριστούγεννα τις είχαν σχεδόν τελειώσει: τα ρούχα ήταν πλυμένα, το σπίτι ήταν πεντακάθαρο, τα γλυκά και τα κουλούρια ήταν ψημένα. Εκείνη την Κυριακή η μαμά κι ο μπαμπάς την πέρασαν χωμένοι μέσα στους τόμους της εγκυκλοπαίδειας και στους χάρτες. Ήθελαν να μάθουν όσο το δυνατό περισσότερα για τα μέρη απ' όπου είχαν περάσει οι προσκυνητές.
"Μου φαίνεται πως ξαναγύρισα στο θρανίο", είπε γελώντας η μαμά.
Ο μπαμπάς ξεφύλλιζε ένα βιβλίο της Καινής Διαθήκης που λεγόταν "Πράξεις των Αποστόλων". Εκεί μέσα είχε ένα σωρό πληροφορίες για τον Παύλο.
"Το βρήκα!", είπε ξάφνου κι άρχισε να τους διαβάζει με δυνατή φωνή. "ἐν δὲ τῷ πορεύεσθαι ἐγένετο αὐτὸν ἐγγίζειν τῇ Δαμασκῷ, καὶ ἐξαίφνης περιήστραψεν αὐτὸν φῶς ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ πεσὼν ἐπὶ τὴν γῆν ἤκουσε φωνὴν λέγουσαν αὐτῷ· Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις; εἶπε δέ· τίς εἶ, κύριε; ὁ δὲ Κύριος εἶπεν· ἐγώ εἰμι ᾿Ιησοῦς ὃν σὺ διώκεις· ἀλλὰ ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν, καὶ λαληθήσεταί σοι τί σε δεῖ ποιεῖν. οἱ δὲ ἄνδρες οἱ συνοδεύοντες αὐτῷ εἱστήκεισαν ἐνεοί, ἀκούοντες μὲν τῆς φωνῆς, μηδένα δὲ θεωροῦντες. ἠγέρθη δὲ ὁ Σαῦλος ἀπὸ τῆς γῆς, ἀνεῳγμένων τε τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ οὐδένα ἔβλεπε· χειραγωγοῦντες δὲ αὐτὸν εἰσήγαγον εἰς Δαμασκόν. καὶ ἦν ἡμέρας τρεῖς μὴ βλέπων, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲ ἔπιεν. ".
Ο Γιόακιμ δεν είχε ξαναδεί το μπαμπά να κάθεται στην πράσινη κουνιστή πολυθρόνα και να διαβάζει την Αγία Γραφή. Όταν τέλειωσε, ακούμπησε το βαρύ βιβλίο στα γόνατά του και είπε: "Αυτό το βιβλίο είναι πραγματικά ξεχωριστό, όπως και το μαγικό χριστουγεννιάτικο ημερολόγιο".
Την ώρα που ο Γιόακιμ έτρωγε το βραδινό του, χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσε η μαμά κι αμέσως φώναξε το μπαμπά και του 'δωσε το ακουστικό.
"Ναι", είπε εκείνος. "Ο ίδιος...και βέβαια έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Όχι, όχι, καταλαβαίνω πολύ καλά... Ναι, είναι ολοκάθαρη η φωτογραφία... Ναι, σίγουρα. Είναι ο Άγιος Πέτρος... Όχι, όχι, αυτό δεν το ξέρω... Το μόνο που έχουμε είναι αυτό το παράξενο ημερολόγιο, που έφτασε στα χέρια μας τυχαία... Εξαφανίστηκε... Όχι, δεν τον συνάντησα ποτέ μου... Ναι, κι η γυναικά μου το ίδιο λέει. Κι ο γιος μου. Είναι πεταχτή η μύτη. Μοιάζει... Όχι, δεν πιστεύω στους αγγέλους... Όχι. Το πιθανότερο είναι πως την απήγαγαν... Κάποιος, δεν ξέρω... πάντως υπάρχει η περίπτωση να είναι ζωντανή. Δε νομίζω να θυμάται τίποτα... δε το πιστεύω. Ήταν μόνο εφτά χρονών. Ούτε καν, λέτε... Δεν έχουμε παρά μόνο το παιδί... Όχι, δε θα 'χανα τις ελπίδες μου... Αμέσως, οπωσδήποτε. Σας δίνω το λόγο μου. Σας ευχαριστώ για το τηλεφώνημα".
Ο μπαμπάς έβαλε το ακουστικό στη θέση του.
"Ο Γιοχάνες ήταν;" ρώτησε ο Γιόακιμ.
Όχι. Ήταν η κυρία Χάνσεν, η μαμά της Ελίσαμπετ", είπε ο μπαμπάς. "Της έστειλα ένα αντίγραφο αυτής της παλιάς φωτογραφίας. Και λέει ότι θα μπορούσε να είναι η κόρη της. Η κόρη της, που εξαφανίστηκε, όταν ήταν έξι ή εφτά χρονών. Απέκτησε και δεύτερη κόρη αμέσως μετά. Το όνομά της είναι Άννα. Και μοιάζει λιγάκι με τη νεαρή κοπέλα, που έχει φωτογραφηθεί μπροστά στον Άγιο Πέτρο...".
Όταν ο μπαμπάς ήρθε να τον καληνυχτίσει εκείνο το βράδυ, στάθηκε για λίγο μπροστά στο παράθυρο κοιτάζοντας στο σκοτάδι.
"Πού λες να 'ναι ο γερο - Γιοχάνες;" ρώτησε.
"Κάπου θα είναι", απάντησε ο Γιόακιμ. "Τα Χριστούγεννα δεν ήρθαν ακόμα. Μην το ξεχνάς!".
Πολλές καλημέρες μπλούζ μου.Φιλάκια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΆντε να έρθουν μας έσκασες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάτι ουρανοκατέβατο! Ναι, να, ας έρθει τη νύχτα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑρκεί να είναι καλό.
Καληνύχτα Μπλούζ!
μόνο τέσσερις μερούλες ακόμη!
ΑπάντησηΔιαγραφήμετά, έκπληξη!
Καλημέρα :)) μ' αρέσουν οι εκπλήξεις *
ΑπάντησηΔιαγραφήώστε "τέσσερις μέρες ακόμα"!
ΑπάντησηΔιαγραφήπολύ αισιόδοξους σας βρίσκω...