...και οι καμήλες μπορούν να μετακινούνται από τόπο σε τόπο,
όπως κι οι πύργοι στη σκακιέρα...
Όταν ξύπνησε ο Γιόακιμ, την Κυριακή το πρωί, που του φάνηκε πως δεν είχε περάσει ούτε ένα λεπτό απ' την ώρα που είχε αποκοιμηθεί, γιατί δεν είχε ξυπνήσει ούτε μια φορά κατά τη διάρκεια εκείνης της μεγάλης νύχτας. Μετά θυμήθηκε πως είχε ονειρευτεί. Και όπως σκεφτόταν τ' όνειρό του, κατάλαβε πως η νύχτα αυτή δεν ήταν και τόσο σύντομη, όσο του 'χε φανεί λίγο πριν.
Είχε δει στον ύπνο του πως το μαγικό χριστουγεννιάτοκο ημερολόγιο ήταν γεμάτο μικρά κουκλάκια από σοκολάτα, που ζωντάνευαν ξαφνικά, μόλις άνοιγε τα παραθυράκια και τα ελεθέρωνε απ' τη φυλακή τους. Για να τα σταματήσει, αναγκάστηκε να τα κλειδώσει όλα στο μυστικό κουτί του, που το ξανάνοιξε την παραμονή των χριστουγέννων. Και τότε πήδηξαν και τα είκοσι τέσσερα σοκολατένια ζωάκια έξω απ' το παράθυρο κι άρχισαν να τρέχουν στην εξοχή. Πήγαιναν στη Βηθλεέμ, στη Βηθλεέμ επειδή εκεί θα γεννιόταν ο Χριστός. Ο Γιόακιμ ήξερε ότι ο Χριστός αγαπούσε όλο τον κόσμο, ανθρώπους και ζώα. Μα στ' όνειρό του ο νεογέννητος Μεσσίας αγαπούσε πολύ και τη σοκολάτα.
Ο Γιόκαμ ανακάθησε στο κρεβάτι του και γέλασε. Είχε έρθει η ώρα ν' ανοίξει το έκτο παραθυράκι στο ημερολόγιό του. Η εικονίτσα που βρήκε μέσα έδειχνε ένα στρογγυλό πύργο. Αποφάσισε να την κοιτάξει με την ησυχία του αργότερα. Πρώτη του δουλειά τώρα ήταν να διαβάσει όσο ήταν γραμμένα στο χαρτάκι.
Όταν η Έλίσαμπετ, ο άγγελος Εφιριήλ. ο Ωσηέ, ο βοσκός, και τα τρία πρόβατα έφτασαν στο Όρεσουτ της Δανίας, βρήκαν ένα νέγρο να τους περιμένει. Ο Μαύρος άντρας τους καλωσόρισε με μεγάλη ευγένεια.
Πρώτη απ' όλους τον είδε η Ελίσαμπετ. Ο άγγελος, που τραβούσε κουπί, καθόταν με την πλάτη στη στεριά. Κι ο Ωσηέ ήταν σκυμμένος και προσπαθούσε να κρατήσει ήσυχα τα πρόβατα.
"Κάποιος είναι εκεί πέρα. Ένας μαύρος", είπε.
Ο άγγελος γύρισε το κεφάλι του, έριξε μια ματιά κι ύστερα είπε: "Θα 'ναι κάποιος απ' τη συντροφιά μας".
Ο μαύρος φορούσε σκούρο πανωφόρι με χρυσά κουμπιά, κόκκινο μάλλινο παντελόνι και μπότες φτιαγμένες από αρνίσια προβιά. Μόλις η βάρκα ζύγωσε στην ακρογιαλιά, ήρθε προς το μέρος τους και, τραβώντας τους βοήθησε να τη βγάλουν στη στεριά. Τα πρόβατα πήδησαν αμέσως έξω. Και σύντομα βρέθηκαν όλοι στην αμμουδιά.
Ο καλοντυμένος άντρας έσκυψε και πήρε την Ελίσαμπετ απ' το χέρι.
"Καλώς ορισες, παιδί μου. Είμαι ο Κάσπαρ, βασιλιάς της Νουβίας".
"Κι εγώ είμαι η Ελίσαμπετ", απάντησε η Ελίσαμπετ κι υποκλίθηκε όσο καλύτερα μπορούσε.
Δεν ήξερε πώς να φερθεί. Ίσως έπρεπε να του πει ολόκληρο τ' όνομά της: Ελίσαμπετ Χάνσεν. Ίσως έπρεπε να του πει ότι ήταν απ' τη Νορβηγία. Μα όλα αυτά έμοιαζαν ασήμαντα, μπροστά στο βασιλιά της Νουβίας αυτοπροσώπως.
"Είναι ο ένας απ' τους Τρεις Μάγους", ψιθύρισε σοβαρά σοβαρά ο Εφιριήλ.
"Εμείς τους λέμε βασιλιάδες απ' την Ανατολή", μπήκε στη μέση ο Ωσηέ.
Οι πληροφορίες αυτές δεν βοήθησαν την Ελίσαμπετ να νοιώσει πιο άνετα. Να 'λεγε τάχα πως ήταν η πριγκίπισσα του Τότεν; Μπορεί ο βασιλιάς να πίστευε πως το Τότεν ήταν κάποιο σπουδαίο βασίλειο στα μέρη του Βορρά.
Ο μαύρος βασιλιάς υποκλίθηκε ξανά και είπε: "Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου, απ' τη μεριά του Όρεσουτ. Ξέρετε πόσο καιρό έχω στημένος εδώ και σας περιμένω; Βαρέθηκα τόσο, που στο διάστημα μεταξύ 1.701 και 1.699 έπαιζα κουτσό μοναχός μου".
Αυτό πάλι ακούστηκε τόσο παράξενο, που η Ελίσαμπετ έτριψε τα μάτια της, για να βεβαιωθεί ότι ήταν πράγματι ξύπνια κι ότι δεν τα 'βλεπε όλα στον ύπνο της. Το κουτσό ήταν δύσκολο ακόμα και στις πλάκες του πεζοδρομίου. Πώς μπορούσε αυτός ο μάγος να παίζει κουτσό ανάμεσα σε διαφορετικά χρόνια;
Μα ο Κάσπαρ εξήγησε τί εννούσε:
"Όταν έφτασα σ' αυτήν την ακτή το σωτήριο έτος 1.701, βρίσκονταν εδώ κάτι ψαράδες, που τρόμαξαν τόσο βλέποντάς με, ώστε αναγκάστηκα να κάνω ένα βήμα πίσω. Πέρασα, λοιπόν, στο 1.700. Κάθησα εκεί λιγάκι κι αγνάντευα το Όρεσουτ. Μα πριν προλάβω να πάρω μιαν ανάσα, να σου κάτι στρατιώτες καβάλα στ' άλογά τους. Μόλις είχαν βγει απ'το κάστρο της Κοπενχάγης. Τα 'χασαν κι αυτοί, όταν είδαν μπροστά τους ένα μαύρο βασιλιά. Αυτή την εποχή, βλέπετε, δεν υπάρχει άλλος μαύρος στη Δανία. Ο μόνος μαύρος που είναι και βασιλιάς απ' τα βάθη της Ανατολής. Μ' αυτά και μ' αυτά άντε να περάσεις απαρατήρητος. Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να συνηθίσουν σ' ότι είναι εντελώς διαφορετικό απ' όσα ξέρουν. Βιάστηκα, λοιπόν, να γυρίσω στο 1.699 κι από τότε είμαι εδώ και σας περιμένω. Απ' την ώρα εκείνη δεν συνάντησα ψυχή' ούτε άνθρωπο ούτε ζώο. Κι απ' τον ήλιο ή απ' το φεγγάρι δεν υπάρχει λόγος να κρύβομαι. γιατί τ' άστρα τ' ουρανού είναι τόσο κοντά στο Θεό, που δεν καταδέχονται τα κουτσομπολιά και δε φλυαρούν μεταξύ τους για τη ζωή και τα καμώματα των θνητών εδώ κάτω στη γη".
Η Ελίσαμπετ δεν ήταν σίγουρη πως τα κατάλαβε όλα αυτά. Δεν είχε, όμως, την παραμικρή αμφιβολία πως μιλούσε μ' έναν πραγματικά σοφό άνθρωπο. Ο μαύρος βασιλιάς ήταν τόσο σοφός, που η μικρή δεν ήξερε πού να γυρίσει να κοιτάξει.
Γι αυτό κι ανάσανε με ανακούφιση, όταν ο βοσκός χτύπησε το ραβδί του στο χώμα και φώναξε: "Εμπρός, λοιπόν, για τη Βηθλεέμ! Για τη Βηθλεέμ!".
Και η μικρή συντροφιά των προσκυνητών συνέχισε το δρόμο της: μπροστά τα τρία πρόβατα, πίσω τους ο Ωσηε κι α μαύρος βασιλιάς, τελευταίοι η Ελίσαμπετ κι Ο Εφιριήλ.
Γρήγορα βρέθηκαν να περπατούν σε φαρδιούς πλακόστρωτους δρόμους κι ο Εφιριήλ τους εξήγησε πως αυτή ήταν η Κοπεγχάγη η πόλη του βασιλιά. Ήταν ακόμα πολύ νωρίς, καλά καλά δεν είχε φέξει, και στους δρόμους δεν είδαν ψυχή. Η Ελίσαμπετ είπε με το νου της πως ήταν στ' αλήθεια ευλογία να βλέπεις μια τέτοια μεγάλη πόλη δίχως ούτε ένα αυτοκίνητο. Αντί για το θόρυβο και το καυσαέριο υπήρχε, βέβαια, ένα άλλο πρόβλημα: οι καβαλίνες των αλόγων, που βρώμιζαν τους δρόμους.
"Είμαστε στο 1.648", δήλωσε ο Εφιριήλ. "Είναι η τελευταία χρονιά της βασιλείας του Χριστιανού Δ. Ο Χριστιανός ανέβηκε στο θρόνο της Δανίας και της Νορβηγίας πριν από πολλά χρόνια, όταν ήταν ακόμα μικρό παιδί. Κι η Νορβηγία είναι μέρος της Δανίας την εποχή αυτή. Ο Χριστιανός ο Δ΄την αγαπάει πολύ τη Νορβηγία και την έχει επισκεφτεί πολλές φορές".
Δεν άργησαν να φτάσουν στο κέντρο της πρωτεύουσας. Κι εκεί σταμάτησαν μπροστά σε μια εκκλησία που είχε ένα στρογγυλό καμπαναριά στη μία πλευρά της.
"Αυτός είναι ο Στρογγυλός Πύργος, που μόλις έχτισε ο βασιλιάς Χριστιανός για το ναό της Αγίας Τριάδας". είπε ο Εφιριήλ. "Οι πύργοι της εκκλησίας είναι επιβλητικοί, αλλά ο βασιλιάς σκέφτηκε πως είναι κρίμα να στέκουν έτσι, χωρίς κανένα σκοπό. Γι αυτό κι έχτισε το Στρογγυλό Πύργο, που είναι μαζί καμπαναριό κι αστεροσκοπείο' ν' ανεβαίνουν οι αστρονόμοι και να μελετούν με την ησυχία τους τις κινήσεις των πλανητών και τις θέσεις των άστρων στον ουρανό. Γιατί ίσα ίσα αυτή την εποχή έχουν εφευρεθεί τα πρώτα τηλεσκόπια".
"Παράξενο ανακάτεμα", είπε η Ελίσαμπετ.
Ένιωθε την υποχρέωση να λέει πού και πού κάτι έξυπνο. Μα ο μαύρος Μάγος κούνησε το κεφάλι του.
"Τ' αστέρια είναι κι αυτά πλασμένα απ' το Θεό", είπε. "Η μελέτη του ουρανού, λοιπόν, είναι κι αυτή μια λειτουργία, μια δοξολογία προς τον Ύψιστο. Εδώ, όμως, δεν έχουν ούτε ερήμους ούτε καμήλες".
Η Ελίσαμπετ τον κοίταξε απορημένη. Κι ο μάγος συνέχισε:
"Όλοι οι Μάγοι συμφωνούν ότι ο καλύτερος τρόπος για να μελετήσει κανείς τ' αστέρια είναι καβάλα σε μια καμήλα στην έρημο. Είναι σα να βρίσκεσαι ψηλά, σε κάποιο ύψωμα. Μόνο που έχεις ένα ακόμα πλεονέκτημα : οι καμήλες μπορούν να μετακινούνται από τόπο σε τόπο, όπως οι πύργοι στη σκακιέρα. Παντού πάνε οι καμήλες. Μόνο απ' το μάτι της βελόνας δεν μπορούν να περάσουν".
Η Ελίσαμπετ δεν ήταν και τόσο σίγουρη πως η καμπούρα της καμήλας ήταν καλύτερη από ολόκληρο αστεροσκοπείο ή αν η έρημος έμοιαζε καθόλου με σκακιέρα.
"Το μειονέκτημα των αστεροσκοπείων", συνέχισε ο Κάσπαρ, "είναι πως στέκουν καρφωμένα στην ίδια θέση. Είδα κάποτε ένα αστεροσκοπείο που βρισκόταν στο ίδιο σημείο πάνω από χίλια χρόνια. Οι γέρικοι τοίχοι του θα πρέπει να βαριούνται μέχρι θανάτου. Συνέχεια η ίδια θέα! Το φαντάζεστε; Απ' την άλλη, όμως, γνωρίζουν από κοντά τους ανθρώπους, τους βλέπουν να γεννιούνται και να πεθαίνουν. Ίσως έτσι αποκτούν γνώση και πείρα".
Η Ελίσαμπετ κούνησε το κεφάλι της συμφωνώντας. Ο Κάσπαρ είχε κι άλλα να της πει:
"Υπάρχουν δύο τρόποι να κατακτήσει κανείς τη σοφία. Ο ένας είναι να ταξιδέψει στα πέρατα της γης και να γνωρίσει όσο το δυνατό περισσότερα από τον κόσμο που έπλασε ο Θεός. Ο άλλος είναι να ριζώσει σ' έναν τόπο και να μελετήσει όλα όσα συμβαίνουν εκεί με προσοχή κι επιμέλεια. Το κακό είναι ότι δεν μπορεί ν' ακολουθήσει κανείς και τους δύο δρόμους συγχρόνως".
Η Ελίσαμπετ έμεινε κατάπληκτη με τα λόγια του Μάγου. Για σιγουριά τον χειροκρότησε και το ίδιο έκαναν και ο άγγελος με το βοσκό. Ο ενθουσιασμός τους συνεπήρε και τον Κάσπαρ ακόμα που άρχισε κι αυτός να χειροκροτεί, επειδή ήταν ευχαριστημένος με όσα είχαν ειπωθεί. Πρέπει να είναι στ' αλήθεια ευχάριστο να σκέφτεται κανείς τόσο εξυπνα πράματα, είπε με το νου της η Ελίσαμπετ.
Ήταν λες κι ο Μάγος είχε διαβάσει τη σκέψη της. "Οι έξυπνες σκέψεις είναι πολύ διασκεδαστικές. Είναι σαν τσίρκο - όχι τσίρκο με παλιάτσους κι ελέφαντες, αλλά ένα πραγματικό τσίρκο του μυαλού. Αλλά ας το πω τώρα μια για πάντα: Χρωστάω ευγνωμοσύνη σ' όλους τους παλιάτσους και σ' όλους τους ελέφαντες του κόσμου, για την προσοχή τους!"
Ο Ωσηέ χτύπησε το ραβδί του στο καλντιρίμι.
"Εμπρός για τη Βηθλεέμ! Για τη Βηθλεέμ!" φώναξε.
Κι έτσι οι προσκυνητές συνέχιζαν να βαδίζουν μέσα στους δρόμους της Κοπεγχάγης Έτσι βγήκαν απ΄την πόλη και προχώρησαν στην εξοχή, μέσα στα κίτρινα χωράφια με το στάρι και τα δροσερά σκιερά δάση. Η Δανία έμοιαζε εντελώς επίπεδη: η Ελίσαμπετ δεν έβλεπε ούτε καν ψηλά κτήρια. Μόνο οι εκκλησίες με τα καμπαναριά τους ξεχώριζαν στα χωριά και τις πόλεις. Εκκλησίες χτισμένες προς τιμήν ενός μικρού παιδιού που είχε γεννηθεί κάποτε στη Βηθλεέμ.
Πέρα μακρυά είδαν τη θάλασσα και σε λίγο έφτασαν σε μια μικρή πόλη, που την έλεγαν Κορσέρ, στα στενά του Στόρεμπελτ, ανάμεσα στα νησιά Σγιέλαν και Φιν.
Οι άνθρωποι εκεί έμειναν μ' ανοιχτό το στόμα όταν είδαν την αλλόκοτη συντροφιά των προσκυνητών Μα η τρομάρα τους δεν κράτησε πάνω από ένα λεπτό: ο Εφιριήλ κι οι φίλοι του είχαν κιόλας προχωρήσει μια δυο βδομάδες προς τα πίσω μέσα στο χρόνο και στην ιστορία της πόλης. Εκεί τους είδαν κάποιοι άλλοι, μα κι αυτοί μόνο για ένα ή δύο δευτερόλεπτα. Τις μέρες εκείνες όλος ο κόσμος στο Κορσέρ άλλη κουβέντα δεν είχε, ,όλο τους αγγέλους και το πόσο συχνά κατεβαίνουν στη γη.
Ο Ωησέ βρήκε μια μεγάλη βάρκα με κουπιά αραγμένη στην άκρη του μώλου.
"Θα πρέπει να τη δανειστούμε", είπε. "Βιαστείτε, λοιπόν. Κοντεύουμε στο 1.600".
Και μ΄αυτά τα λόγια καταπιάστηκε ν΄ανεβάσει τα πρόβατα στη βάρκα.
Η Ελίσαμπετ αναρωτήθηκε με δυνατή φωνή αν αυτό δεν είναι κλεψιά. μα ο άγγελος Εφιριήλ της θύμισε πως κι ο Χριστός ο ίδιος είχε δανειστεί ένα γαϊδαράκο, όταν μπήκε στα Ιεροσόλυμα.
Λίγο αργότερα έβγαιναν απ' τα στενά του Στορεμπέλτ. Ο άγγελος κρατούσε το ένα κουπί κι ο Μάγος το άλλο. Κι ο Κάσπαρ δυσκολευόταν να τραβήξει το κουπί του το ίδιο γρήγορα με τον Εφιριήλ.
Όταν η μαμά ήρθε να δει την εικονίτσα στο ημερολόγιο, ο Γιόακιμ ξέχασε πως δεν έπρεπε να πει κουβέντα για όσα διάβαζε στα χαρτάκια.
Η μαμά έσκυψε, να δει καλύτερα την εικόνα.
"Α, αυτός πρέπει να είναι ο πύργος της Βαβέλ", είπε.
Ο Γιόακιμ, όμως, κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. ' ¨ Όχι, μαμά. Είναι ο στρογγυλός πύργος στην Κοπεγχάγη".
Η μαμά τον κοίταξε σαστισμένη. "Ποιος στο 'πε αυτό;".
"Δεν ξέρω', αποκρίθηκε ο Γιόακιμ. Έτσι ακριβώς του απαντούσε κι η μαμά, όταν τη ρωτούσε κάτι που εκείνη δεν ήθελε ή δεν μπορούσε να του πει. "Δεν μπορείς να παίξεις σκάκι μ' ένα τέτοιο πύργο, διότι μένει διαρκώς καρφωμένος στην ίδια θέση. κι αν κάτσεις στο εσωτερικό του, θα βαρεθείς να βλέπεις όλο τα ίσια και τα ίδια απ' το παράθυρο. Απ' την άλλη πάλι, μπορεί ν' αποκτήσεις γνώση και πείρα".
Η μαμά χτύπησε τα χέρια της. Ο Γιόακιμ νόμισε πως τον χειροκροτούσε, επειδή είχε πει κάτι έξυπνο. Μα το μόνο που είπε η μαμά ήταν: "Δε μου λες, Γιόακιμ, που τα βρίσκεις όλ' αυτά και μου τα λες κάθε πρωί;".
Καλημερα σας :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΟΛΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΕΞΗΓΗΣΗ ΤΟΥΣ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρες! Έρχονται!
ΑπάντησηΔιαγραφήάντε να δούμε που θα μας πάει η καμήλα.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλησπέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήελπίζω να σας αρέσει η ιστορία του χριστουγεννιάτικου ημερολογίου.
να με συγχωρείτε για κάποια λαθάκια που γίνονται, αλλά δεν έχω και τόση άνεση στο να πληκτρολογώ...
σήμερα δεν είχα μέχρι τώρα καιρό για διορθώσεις. τώρα , καλύτερα.
έχουμε αργία εδώ στο Βόλο. Γιορτάζει ο πολιούχος της πόλης άγιος Νικόλαος.
Άραγμα και αρνάκι στο φούρνο.
Φιλάκια πολλά, καλά να περνάτε!
Γεια σου μπουμπού!! Τι έχουμε εδώ ιστοριούλες??
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι στολιδάκια να στείλω?? Τι ετοιμάζεις αγάπη?
μας καλόμαθες με τις ιστορίες μπλούζ μου...φιλάκια πολλά
ΑπάντησηΔιαγραφήνύστες τρομερές.
ΑπάντησηΔιαγραφήλέω να κάνουμε χριστουγεννιάτικη ντεκορασιόν στο spa.
έβαλα ένα δεντράκι και κάτι ακόμη αλλά ακόμα έχει ψωμί!!
φιλάκια NamNaria
φιλάκια c μικράκι!
Ε μα κι αυτός ο Γιόακιμ δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό, θα τον πάρουν χαμπάρι :p
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Lyriel
ΑπάντησηΔιαγραφήΔύσκολη υπόθεση τα μυστικά για τα μικρά παιδιά.
Να σου πω έχω κι εγώ μια περιέργεια, τί θα γίνει!!