Χαιρετισμός

Νύχτα Απρίλη, νέα σελήνη, ωραία νύχτα για εραστές και κλέφτες. Καλή αρχή, καληνύχτα σας.

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 α

Εκβιασμοί και πώς να τους αντιμετωπίσετε – Ο σωστός δρόμος – Ιδιοκτήτης παραλιακού κτήματος αποδεικνύεται αγροίκος – Οι επιγραφές “Προσοχή” - Αντιχριστιανικά αισθήματα του Χάρις – Πώς τραγουδάει ο Χάρις ένα σατυρικό τραγούδι – Ένα πάρτυ της υψηλής κοινωνίας – Άθλια συμπεριφορά δύο νεαρών – Μερικές άχρηστες πληροφορίες – Ο Τζωρτζ αγοράζει ένα μπάντζο.

Σταματήσαμε κάτω από τις ιτιές στο Κέμπτον Παρκ και φάγαμε το μεσημεριανό μας. Είναι ένα πολύ όμορφο σημείο' κατά μήκος της όχθης απλώνεται ένα ευχάριστο ίσκιωμα με γρασίδι και σκιάζεται με ιτιές. Μόλις αρχίζαμε το τρίτο πιάτο – το ψωμί με τη μαρμελάδα – όταν ένα κύριος χωρίς σακάκι, με την κοντή πίπα, ήρθε και μας ρώτησε αν ξέραμε ότι βρισκόμαστε σε ξένη ιδιοκτησία. Είπαμε ότι δεν είχαμε σκεφτεί εκτενώς το ζήτημα ώστε να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε ασφαλές συμπέρασμα γι αυτό, αλλά αν εκείνος ήταν έτοιμος να μας διαβεβαιώσει στο λόγο της τιμής του ότι όντως βρισκόμασταν σε ξένη ιδιοκτησία, ήμασταν διατεθειμένοι να τον πιστέψουμε χωρίς δεύτερη κουβέντα.

            Μας έδωσε τη διαβεβαίωση που ζητήσαμε και τον ευχαριστήσαμε, αλλά εκείνος καθυστερούσε και έδειχνε δυσαρεστημένος, έτσι λοιπόν τον ρωτήσαμε αν υπήρχε κάτι ακόμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε γι αυτόν και ο Χάρις, που είναι πάντα πολύ φιλικός του πρόσφερε ένα κομμάτι ψωμί με μαρμελάδα.

            Υποθέτω ότι κύριος θα πρέπει να ανήκε σε κάποια αδελφότητα που έχουν ορκιστεί αποχή από το ψωμί και τη μαρμελάδα γιατί αρνήθηκε πολύ κατηγορηματικά, σαν να ενοχλήθηκε που τον βάλαμε στον πειρασμό, και πρόσθεσε ότι ήταν καθήκον του να μας διώξει από εκεί.
Ο Χάρις είπε ότι αν ήταν καθήκον του, θα έπρεπε να προσπαθήσει να το κάνει, και ρώτησε τον άνθρωπο ποια ήταν η άποψή του σχετικά με τον καλύτερο τρόπο για να το εκπληρώσει. Ο Χάρις είναι αυτό που θα αποκαλούσε κανείς καλοφτιαγμένος άνδρας – πρώτο μπόι και δείχνει σκληρός και μυώδης' ο άντρας τον κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω και είπε ότι θα πήγαινε να συμβουλευτεί τον κύριό του και αμέσως μετά θα ξαναγύριζε για να μας πετάξει και τους δυο στο ποτάμι.

            Φυσικά δεν τον ξανάδαμε, και φυσικά το μόνο που ήθελε ήταν ένα σελίνι. Υπάρχουν κάτι άξεστοι στα παρόχθια κτήματα που μαζεύουν μπόλικο παραδάκι το καλοκαίρι σουλατσάροντας στις όχθες κι εκβιάζοντας μ' αυτόν τον τρόπο διάφορους ανόητους αδυνάτου χαρακτήρος. Εμφανίζονται ως εκπρόσωποι του γαιοκτήμονα. Το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να δίνεις το όνομα και τη διεύθυνσή σου και να αφήνεις τον ιδιοκτήτη, αν πράγματι έχει κάποια σχέση με την όλη ιστορία, να σε καλέσει εκείνος και να αποδείξει τί ζημιά έκανες στη γη του με το που κάθισες πάνω της για λίγη ώρα. Αλλά οι περισσότεροι εκδρομείς είναι τόσο αφόρητα τεμπέληδες και ντροπαλοί που προτιμούν να ενθαρρύνουν τον εκβιασμό υποκύπτοντας σ' αυτόν παρά να δίνουν ένα τέλος επιδεικνύοντας κάποια πυγμή.

            Όπου η ευθύνη ανήκει πράγματι στους ιδιοκτήτες, θα έπρεπε να καταγγέλλονται. Ο εγωισμός του παρόχθιου γαιοκτήμονα αυξάνεται χρόνο με το χρόνο. Αν τους περνούσε απ' το χέρι, αυτοί οι άνθρωποι θα απέκλειαν όλο τον ποταμό Τάμεση. Το έχουν ήδη κάνει στους μικρούς παραποτάμους και τους χειμάρρους. Βάζουν πασσάλους στην κοίτη του χειμάρρου, περνάν αλυσίδες από τη μια όχθη στην άλλη και καρφώνουν πελώριες προειδοποιητικές πινακίδες σε κάθε δέντρο. Η θέα αυτών των προειδοποιητικών πινακίδων ξυπνά όλα μου τα άγρια ένστικτα. Νοιώθω να θέλω να τις ξηλώσω μία μία, να καρφώσω τη μεγαλύτερη από δαύτες στο κεφάλι του ανθρώπου που τις έστησε μέχρι να τον σκοτώσω και μετά να τον θάψω και να τη βάλω πάνω από τον τάφο του αντί για πλάκα. 

            Ανέφερα αυτά μου τα αισθήματα στο Χάρις κι εκείνος είπε ότι τα συμμεριζόταν πλήρως και υπερθεμάτισε. Είπε ότι όχι μόνο αισθανόταν ότι ήθελε να σκοτώσει τον άνθρωπο που προκάλεσε το στήσιμο της πινακίδας αλλά θα ήθελε να σφαγιάσει και όλη του την οικογένεια, όλους τους φίλους και τους συγγενείς του, και μετά να πυρπολήσει και το σπίτι του. Αυτό, όμως μου φάνηκε κάπως υπερβολικό και είπα τη γνώμη μου στο Χάρις' εκείνος όμως μου απάντησε” “ Κάθε άλλο. Αυτό είναι που τους αξίζει κι εγώ θα πηγαίνω μετά να τραγουδάω σατυρικά τραγουδάκια στα ερείπια”

            Με ενόχλησε που άκουγα το Χάρις να συνεχίζει με την ίδια αιμοδιψή διάθεση Δεν θα έπρεπε ποτέ να επιτρέπουμε το ένστικτό μας για διακαιοσύνη να εκφυλίζεται σε απλή εκδικητικότητα. Πέρασε αρκετή ώρα πριν καταφέρω τον Χάρις να υιοθετήσει μια πιο χριστιανική άποψη για το θέμα, αλλά τελικά τα κατάφερα και μου υποσχέθηκε ότι σε κάθε περίπτωση θα άφηνε ήσυχους τους φίλους και την οικογένεια, και δε θα τραγουδούσε σατυρικά τραγούδια στα ερείπια.

            Δεν έχετε ακούσει ποτέ τον Χάρις να τραγουδάει σατυρικά τραγουδάκια, αλλιώς θα καταλαβαίνατε τί υπηρεσία προσέφερα στην ανθρωπότητα. Είναι μια από τις έμμονες ιδέες του Χάρις ότι μπορεί να τραγουδάει σατυρικά τραγουδάκια η πεποίθηση, αντίθετα όλων των φίλων του Χάρις που τον έχουν ακούσει να το επιχειρεί είναι ότι δεν μπορεί και ποτέ του δε θα μπορέσει, και δεν θα έπρεπε καν να του επιτρέπεται να προσπαθεί να το κάνει.


            Όταν ο Χάρις βρίσκεται σε κάποια γιορτή και του ζητούν να τραγουδήσει, απαντάει: 

          “Δυστυχώς, μπορώ να τραγουδήσω μόνο σατυρικά τραγουδάκια”' και το λέει μ' ένα ύφος που υπονοεί ότι αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να το ακούσεις μια φορά στη ζωή σου.

           “Α, τί καλά”, λέει η οικοδέσποινα. “Τραγουδήστε μας ένα, κύριε Χάρις” ' και ο Χάρις σηκώνεται και κατευθύνεται προς το πιάνο με την απαστράπτουσα ευθυμία γενναιόδωρου ανθρώπου που πρόκειται να χαρίσει κάτι σε κάποιον.

          “Ησυχία, παρακαλώ, όλοι σας” λέει η οικοδέσποινα στην ομήγυρη' και επιστρέφουν όλοι από τη σέρα κι ανεβαίνουν τις σκάλες παρασύροντας ο ένας τον άλλο απ' όλο το σπίτι και συνωστίζονται στο σαλόνι γύρω από το πιάνο, με χαμόγελα όλο προσδοκία.

Και μετά ο Χάρις αρχίζει.

            Οπωσδήποτε δεν περιμένεις να ακούσεις καμιά καταπληκτική φωνή σε ένα αστείο τραγουδάκι. Δεν περιμένεις σωστή άρθρωση ή τον τέλειο ήχο. Δε σε μοιάζει αν ο τραγουδιστής ανακαλύψει στη μέση μια νότας ότι την έχει πιάσει πολύ ψηλά και κατέβει απότομα. Δε σε νοιάζει ο ρυθμός. Δε σε νοιάζει αν προηγείται κατά δύο μέτρα από τη συνοδεία κι αν σταματάει στη μέση της φράσης για να διαπραγματευτεί με τον πιανίστα και μετά ξεκινάει από την αρχή. Αλλά σε νοιάζουν τα λόγια.

            Δε συγχωρείς τον τραγουδιστή να μη θυμάται παρά μόνο τις τρεις πρώτες σειρές της πρώτης στροφής και να τις επαναλαμβάνει συνεχώς μέχρι να έρθει η ώρα του ρεφρέν. Δεν περιμένεις να διακόπτει μια φράση στη μέση και να κρυφογελάει και να λέει ότι είναι πολύ αστείο, αλλά ανάθεμά τον αν θυμάται τη συνέχεια, και μετά να προσπαθεί ν' αυτοσχεδιάσει και στη συνέχεια να του ξανάρχεται στο μυαλό, όταν έχει ήδη προχωρήσει σ' ε΄να εντελώς διαφορετικό μέρος του τραγουδιού, και να διακόπτει εντελώς απροειδοποίητα για να ξαναγυρίσει και να στο προφέρει επιτόπου. Δεν – καλύτερα όμως να σας δώσω μια γεύση από τραγούδι του Χάρις για να κρίνετε μόνοι σας . .


ΧΑΡΙΣ (όρθιος μπροστά στο πιάνο και απευθυνόμενος στο ανυπόμονο πλήθος): Φοβάμαι ότι το τραγούδι αυτό είναι πολύ παλιό, υποθέτω ότι θα το ξέρετε όλοι σας. Αλλά είναι το μόνο που ξέρω. Είναι το τραγούδι του δικαστή από το Πιναφόρε – όχι, δεν εννοώ το Πιναφόρε – εννοώ – ξέρετε ποιο εννοώ – εκείνο το άλλο, ξέρετε. Το ρεφραίν θα το τραγουδάμε όλοι μαζί.

Μουρμουρητά ενθουσιασμού κι ανυπομονησίας για το ρεφραίν. Θαυμάσια απόδοση της εισαγωγής του τραγουδιού του Δικαστή από το Ενώπιον των Ενόρκων από το νευρικό πιανίστα. Έρχεται η στιγμή να αρχίσει ο Χάρις. Ο Χάρις δεν παίρνει χαμπάρι. Ο νευρικός πιανίστας αρχίζει την εισαγωγή από την αρχή και ο Χάρις, αρχίζοντας να τραγουδάει ταυτόχρονα, πετάει τους δυο πρώτους στίχους από το τραγούδι του Πρώτου Κυρίου από το Πιναφόρε . Ο νευρικός πιανίστας προσπαθεί να συνεχίσει την εισαγωγή, εγκαταλείπει, και προσπαθεί ν' ακολουθήσει τον Χάρις παίζοντας τα ακομπανιαμέντα από το τραγούδι του Δικαστή από το Ενώπιον των Ενόρκων. Ανακαλύπτει ότι εκείνος δεν ανταποκρίνεται και προσπαθεί να θυμηθεί τί ακριβώς κάνει, αλλά νιώθει το μυαλό του να εγκαταλείπει και σταματάει κάθε προσπάθεια.

ΧΑΡΙΣ ( ενθαρρύνοντάς τον ευγενικά) : Δεν πειράζει. Τα πάτε πολύ καλά – συνεχίστε

ΝΕΥΡΙΚΟΣ ΠΙΑΝΙΣΤΑΣ : Φοβάμαι ότι κάπου γίνεται κάποιο λάθος. Τί ακριβώς τραγουδάτε;

ΧΑΡΙΣ (με ετοιμότητα) : Μα φυσικά το τραγούδι του Δικαστή από το Ενώπιον των Ενόρκων. Δεν το ξέρετε;

ΜΕΡΙΚΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΧΑΡΙΣ (από το πίσω μέρος της αίθουσας) : Όχι, δεν είναι αυτό που τραγουδάς, ηλίθιε, είναι το τραγούδι του Ναυάρχου από το Πιναφόρε.

            Μακριά συζήτηση μεταξύ του Χάρις και των φίλων του σχετικά με το τί ακριβώς τραγουδάει ο Χάρις. Ένας φίλος λέει κάποια στιγμή ότι δεν ε΄χει καμία σημασία τί ακριβώς τραγουδάει ο Χάρις, φτάνει να τελειώνει κάποτε, κι ο Χάρις με εμφανές ύφος ανθρώπου που τον πνίγει το άδικο ζητά από τον πιανίστα να αρχίσει από την αρχή. Ο πιανίστας τότε αρχίζει την εισαγωγή για το τραγούδια του Ναυάρχου και ο Χάρις, εκμεταλλευόμενος κάποιο κενό της μουσικής που θεωρεί κατάλληλο, αρχίζει.

ΧΑΡΙΣ :
Όταν ήμουν νέος κι άρχιζα να δικηγορώ.

Γέλια γενικά, που ο Χάρις τα εισπράττει ως κομπλιμέντο. Ο πιανίστας, αναλογιζόμενος την οικογένειά του, εγκαταλείπει τον άνισο αγώνα και αποσύρεται' τη θέση του παίρνει ένας άντρας με πιο γερά νεύρα.

Ο ΝΕΟΣ ΠΙΑΝΙΣΤΑΣ (εύθυμα) : Λοιπόν, φιλέ μου, ξεκίνα εσύ κι εγώ θ' ακολουθήσω. Ας μην ασχολούμαστε με εισαγωγές.

ΧΑΡΙΣ (που μόλις άρχισε να αντιλαμβάνεται σταδιακά τη σωστή εξήγηση του ζητήματος – γελώντας) :    

     Μα το Θεό! Ζητώ συγγνώμη. Φυσικά – μπέρδεψα τα δύο τραγούδια. Ο Τζένκινς είναι που με μπέρδεψε, ξέρετε. Εμπρός, λοιπόν.

Τραγουδάει' η φωνή του μοιάζει να έρχεται από το κελάρι και να θυμίζει τα προανακρούσματα επερχόμενου σεισμού.

Όταν ήμουν νέος και δούλεψα για ένα διάστημα μαθητευόμενος σε δικηγορικό γραφείο.

(Πλαγίως προς τον πιανίστα): Το έπιασες πολύ χαμηλά, φίλτατε' Πάμε από την αρχή, αν δε σε πειράζει.

Τραγουδά τους δυο πρώτους στίχους από την αρχή, αυτή τη φορά εντελώς φάλτσα. Μέρος του ακροατηρίου αιφνιδιάζεται δυσάρεστα. Νευρική γηραιά κυρία ξεσπάει σε λυγμούς κι αναγκάζονται να τη βγάλουν έξω.

ΧΑΡΙΣ (συνεχίζοντας) :
Σκούπιζα τα παράθυρα και σκούπιζα την πόρτα,
Και.....

     Όχι, όχι, σκούπιζα τα παράθυρα και τη μεγάλη εξώπορτα. Και γυάλιζα το πάτωμα – όχι, ανάθεμα – ζητώ συγνώμη – τί περίεργο – δε μπορώ να θυμηθώ αυτόν το στίχο. Και – και – α, δε βαριέσαι, ας δοκιμάσουμε καλύτερα το ρεφραίν.(τραγουδάει) :

Και λα – λα – λα – λα     λα – λα – λα – λα     λα – λα – λα – λα     λα- λα
Και τώρα είμαι αρχηγός ολόκληρου του στόλου

Η χορωδία τώρα – επαναλαμβάνει τους δυο τελευταίους στίχους, ξέρετε.

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ : Και λα – λα – λα – λα       λα – λα – λα – λα        λα – λα – λα – λα     λα- λα
Και τώρα είναι ο αρχηγός ολόκληρου του στόλου.



Ο Χάρις αδυνατεί ν' αντιληφθεί πόσο ρεζίλι γίνεται και ότι ενοχλεί ένα σωρό ανθρώπους που ποτέ τους δεν τον έβλαψαν στο παραμικρό. Νομίζει ειλικρινά ότι τους διασκεδάζει κι υπόσχεται ότι θα τραγουδήσει άλλο ένα σατυρικό τραγουδάκι μετά το δείπνο.

6 σχόλια:

  1. Εγώ περιμένω με αγωνία να φτάσεις στο κεφάλαιο που μαλώνουν μέσα στο μπαρ με κάτι γερμανούς (αν δεν απατώμαι..)
    Το είχα διαβάσει πολύ παλιά και το είχα λατρέψει το βιβλίο. Είναι ότι πρέπει για καλοκαίρι! Φιλιά!
    --πλυντήριο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. καλησπέρα!
      πώς περνάτε; διακοπούλες, διακοπούλες;
      κι εγώ το είχα διαβάσει παλιότερα και το είχα απολαύσει και τώρα μ' έπιασε μια λαχτάρα να κάνω επανάληψη!!
      να σου πω εμένα μου είχε μείνει αυτό με τα νεκροταφεία.
      η συνέχεια έπεται!!
      φιλιά.

      Διαγραφή
  2. δεν λέω...έχει ενα ενδιαφέρον αυτό που κάνεις καλοκαιριάτικα (μέσα Αυγούστου) αλλά....

    υγ εγώ αν το έκανα αυτό θα το εκανα για να με βασανίσω αλλά....δεν είναι και κακή λύση για να σταματήσω τα ορθογραφικά μου που δεν πάνε καλά...θές βοήθεια???

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Μια καλησπέρα πέρασα να πω, λίγες μέρες πριν αναχωρήσω (επιτέλους) για διακοπές!
    Φιλιά, να περνάς πολύ όμορφα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή