Στα σκοτεινά έγκατα της πόλης, σε λαβυρινθώδη στενά, στα σκοτεινά κατάβαθα της νύχτας, ένα μικρό σκοτεινό γατίσιο ένστικτο πάει περιπάτους σ' απαγορευμένες περιοχές, αποκλεισμένες, περιθωριοποιημένες, αδέσποτες γειτονιές εγκαταλελειμμένων ονείρων, ανεκπλήρωτων επιθυμιών, μισοπεθαμένων οραμάτων, σθεναρών απόψεων που καταρρέουν σαν αφίσες παλιού σινεμά, αποφεύγοντας προσεκτικά τις μικρές φωτεινές κηλίδες φεγγαρόφωτου που λαμπερό ακόμη κάμει την παρουσία του φανερή όπου έχει λίγο χώρο, εξωραίζοντας μια πραγματικότητα που το μόνο που θέλει είναι να παραμείνει σε χρόνο μηδενικό και σκοτεινό. Σε μια αφώτιστη πλατεία μινιατούρα, με σπασμένους φανοστάτες,τργωνικό υπόλοιπο οικοδομικού τετράγωνου,καλά κρυμμένου από την κοινή θέα, παγκάκια δύο, στο ένα χαραγμένο με σουγιά "θα σ'αγαπούσα και χτες αν το 'θελες"
Αχτινωτοί λεωφόροι οδηγούν σε μια νοερή Ρώμη, αυτή την ρώμη της επιθυμίας και της καλοπραγμοσύνης, την Ρώμη των αδιόρθωτων αντιγραφέων αρχαιοελληνικού ιδεώδους, ρώμη, λέξη με πνεύμα, εκπνέον ολίσθημα γλώσσας παλαιάς που με ύστατο χαιρετισμό πέφτει νεκρή θύμα απαγωγής συμμοριών ακαθορίστου χαρακτήρα με σημαίες μια νέας Βαβυλώνας.
Ω! Ας αφήσουμε τη Ρώμη, τη ρώμη και τις απανταχού ρωγμές σε ξερολιθιές παρατημένων οικιστικων εγκαταστάσεων σ' έρημους ορεινούς τόπους που τα κοτσύφια μόνο έρχονται κι αναπαράγονται.
Ας μείνουμε και πάλι στο μικρό στενό πλαίσιό μας, με τις νωθρές κινήσεις απολωλότος θέρους, ένα καλοκαίρι που ούτε με πλησίασε, ούτε μου μίλησε, ούτε μ' αγκάλιασε και μ' αφησε με το παράπονο να προσμένω τον Σεπτέμβρη να μεγαλώσω λίγο ακόμη να βάλω στην περιφέρειά μου μια χαρακιά ακόμη που να πιστοποιεί τη σοφία μου ή την ανοησία μου!
Η νύχτα βγαίνει απ' το τέλμα της και με παιδικά μάτια φουγκράζεται τα πρώτα πρωινά πουλιά να διαπραγματεύονται θαύματα σε τιμή ευκαιρίας, μελωδίες ατσούμπαλες και κει πίσω απ' το βουνό ένας τεμπέλικος ήλιος γαργαρίζει τις υψηλές συχνότητες με τις οποίες είναι αποφασισμένος να ταλαιπωρήσει τον άμαχο πληθυσμό που' χει απομείνει στην πόλη.
Μια δόση σκούρου παίρνει το δρόμο του αντίο, πράσινο και μωβ σκιρτούν, γίνονται ρόδινο, αχνό πορτοκαλί, σου χάρισα τον αχνό εαυτό μου, για να σε κατατρωπώσω σε μια καλοκαιρία που ηχούσε μέσα από τα γκλιν γκλον κουδουνισμάτα των μακριών σκουλαρικιών μου.
Σε μια ατέλειωτη παρτίδα σε κερδίζω και σε χάνω...
Το γω και το συ και τώρα - βοήθεια!- μόνο τσιμπήματα ανωφελών.
σκοτεινές γειτονιές μα έχω άλλες αγάπες δυνατές που τους χαρίζομαι
ευγνωμονούσα αυτό το "παγκόσμιο χωριό" που μ' εφερε αντιμέτωπη με την αγάπη μου την ίδια.
Του να μπορώ να υπόκειμαι τον εαυτό μου, να μοιράζομαι το έξαλλό μου και να λέω σ' αγαπώ όχι σαν σύνθημα αλλά σαν ξωτικό.
Θάλασσα αυγής.
Ο ρωμαντισμός με γρηγορο κουπί πάει στην πέρα όχθη.
Εκεί σε μια αιώρα θ' ανοίξω τα ματάκια και περιχαρής θα γείρω πάλι πλάι στο κύμα των ημερών, την ψευδαίσθηση των καιρών, τ' ακόμα λίγο...
I do love you, zero point.
Αχτινωτοί λεωφόροι οδηγούν σε μια νοερή Ρώμη, αυτή την ρώμη της επιθυμίας και της καλοπραγμοσύνης, την Ρώμη των αδιόρθωτων αντιγραφέων αρχαιοελληνικού ιδεώδους, ρώμη, λέξη με πνεύμα, εκπνέον ολίσθημα γλώσσας παλαιάς που με ύστατο χαιρετισμό πέφτει νεκρή θύμα απαγωγής συμμοριών ακαθορίστου χαρακτήρα με σημαίες μια νέας Βαβυλώνας.
Ω! Ας αφήσουμε τη Ρώμη, τη ρώμη και τις απανταχού ρωγμές σε ξερολιθιές παρατημένων οικιστικων εγκαταστάσεων σ' έρημους ορεινούς τόπους που τα κοτσύφια μόνο έρχονται κι αναπαράγονται.
Ας μείνουμε και πάλι στο μικρό στενό πλαίσιό μας, με τις νωθρές κινήσεις απολωλότος θέρους, ένα καλοκαίρι που ούτε με πλησίασε, ούτε μου μίλησε, ούτε μ' αγκάλιασε και μ' αφησε με το παράπονο να προσμένω τον Σεπτέμβρη να μεγαλώσω λίγο ακόμη να βάλω στην περιφέρειά μου μια χαρακιά ακόμη που να πιστοποιεί τη σοφία μου ή την ανοησία μου!
Η νύχτα βγαίνει απ' το τέλμα της και με παιδικά μάτια φουγκράζεται τα πρώτα πρωινά πουλιά να διαπραγματεύονται θαύματα σε τιμή ευκαιρίας, μελωδίες ατσούμπαλες και κει πίσω απ' το βουνό ένας τεμπέλικος ήλιος γαργαρίζει τις υψηλές συχνότητες με τις οποίες είναι αποφασισμένος να ταλαιπωρήσει τον άμαχο πληθυσμό που' χει απομείνει στην πόλη.
Μια δόση σκούρου παίρνει το δρόμο του αντίο, πράσινο και μωβ σκιρτούν, γίνονται ρόδινο, αχνό πορτοκαλί, σου χάρισα τον αχνό εαυτό μου, για να σε κατατρωπώσω σε μια καλοκαιρία που ηχούσε μέσα από τα γκλιν γκλον κουδουνισμάτα των μακριών σκουλαρικιών μου.
Σε μια ατέλειωτη παρτίδα σε κερδίζω και σε χάνω...
Το γω και το συ και τώρα - βοήθεια!- μόνο τσιμπήματα ανωφελών.
σκοτεινές γειτονιές μα έχω άλλες αγάπες δυνατές που τους χαρίζομαι
ευγνωμονούσα αυτό το "παγκόσμιο χωριό" που μ' εφερε αντιμέτωπη με την αγάπη μου την ίδια.
Του να μπορώ να υπόκειμαι τον εαυτό μου, να μοιράζομαι το έξαλλό μου και να λέω σ' αγαπώ όχι σαν σύνθημα αλλά σαν ξωτικό.
Θάλασσα αυγής.
Ο ρωμαντισμός με γρηγορο κουπί πάει στην πέρα όχθη.
Εκεί σε μια αιώρα θ' ανοίξω τα ματάκια και περιχαρής θα γείρω πάλι πλάι στο κύμα των ημερών, την ψευδαίσθηση των καιρών, τ' ακόμα λίγο...
I do love you, zero point.
Άλλαζες φόντο ή μου φαίνεται; Μια ακόμα καλημέρα κι εδώ...
ΑπάντησηΔιαγραφήπω πω πω!
ΑπάντησηΔιαγραφήτι ναι κείνο το καθορισμένο γαλάζιο σε μαύρο;
με μπέρδεψες!
μουτς μουτς καλημέρες
ακόμα αργεί εκείνος ο καφές
κι έχω μια δίψα...
Μετά τον καφέ να δούμε τί θα δεις...Νά' χει το μάτι ανοίξει καλά...ξεμπερδέματα !
ΑπάντησηΔιαγραφήτώρα! κάπως καλύτερα.
ΑπάντησηΔιαγραφήε λίγο που μπερδεύτηκα, λίγες μαγειρικές και λάτρες, απογευμάτιασε.
Μια καλησπέρα από μια θάλασσα να την πιεις στο ποτήρι.
ΑπάντησηΔιαγραφήνα την πιεις στο ποτήρι, ε;
ΑπάντησηΔιαγραφήακούγεται συναρπαστικό!
καλησπέρα!
Και καληνύχτα, να κλείσει ο κύκλος με τα δικά σου τα γραπτά, όχι με καμώματα γαϊδουρινά...
ΑπάντησηΔιαγραφή